Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2012

Χριστουγεννιάτικη Εγκύκλιος Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Ανδρέου


 Αγαπητοί μου Χριστιανοί,
  
             Αυτόν τον καιρό, όλοι μας, όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ζούμε ένα μεγάλο μυστήριο. Ένα μυστήριο, που η περιωρισμένη διάνοιά μας και η σκέψη μας δεν μπορεί να το καταλάβη και να το εννοήση. Ο Θεός έγινε άνθρωπος. Ο ιερός υμνογράφος θα διερωτηθή : «Ο αχώρητος παντί πως εχωρήθη εν γαστρί ;» Δηλαδή, αυτός που δεν τον χωράνε τα σύμπαντα, πως χώρεσε στην γαστέρα της Θεοτόκου ; Και ο απόστολος Παύλος, που στέκεται κατάπληκτος μπροστά στην ενανθρώπιση του Ιησού Χριστού, θα γράψη στον νεαρό Τιμόθεο : «Ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον· Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α  Τιμ. γ 16). Πράγματι, κατά την ομολογία όλων των πιστών, μέγα είναι το μυστήριο της αληθινής θρησκείας, που αποκαλύφθηκε και σαν θησαυρός αιώνιος παραδόθηκε από τον Θεό στην Εκκλησία. Δηλαδή, ο Θεός φανερώθηκε και ως άνθρωπος ανάμεσα στους ανθρώπους.
   

Χριστός γεννάται, δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε, Χριστός επί γης, υψώθηκε....



«Χριστός γεννάται, δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε, Χριστός επί γης, υψώθηκε. Ασατε τω Κυρίω πάσα η γη.» Μ' ένα λόγο : Ας ευφραίνωνται οι ουρανοί και ας αγάλλεται η γη για τον επουράνιο, που κατόπιν έγινε επίγειος. Ο Χριστός παρουσιάζεται με ανθρώπινο σώμα, αγαλλιάσθε με τρόμο και χαρά. Με τρόμο για την ενοχή της αμαρτίας και με χαρά για την ελπίδα της σωτηρίας.
 

Ι. Μητρόπολη Πειραιώς: Χριστουγεννιάτικη μουσική εκδήλωση από την χορωδία της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής

Την Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012, πραγματοποιήθηκε Χριστουγεννιάτικη μουσική εκδήλωση από την χορωδία της σχολής Βυζαντινής μουσικής της ιερας μητροπόλεώς μας στον ιερό ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. 


Νέοι και νέες που φοιτούν στην σχολή απέδωσαν με περισσή τέχνη τους Χριστουγεννιάτικους ύμνους δημιουργώντας χριστουγεννιάτικο κλίμα τον κατάμεστο ναό από πιστούς και φίλους της Βυζαντινής μουσικής. 

Την διεύθυνση της χορωδίας είχε ο μουσικολογιώτατος πρεσβύτερος Γρηγόριος Καραλής εφημέριος του ιερού καθεδρικού ναού Αγίας Τριάδος Πειραιώς. 

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης: Περί της Αργίας της Κυριακής





10o Μάθημα νέων 13-12-2012 
Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης, Περί της Αργίας της Κυριακής  
(Διάρκεια 0:22:08) 6,37 MB

Δείτε τα θέματα που θίγονται:
 
Περι της Αργίας της Κυριακής
  • Ανόητες δηλώσεις Ρώσων ηγετών
  • Πολιτικοί και εκκλησιαστικοί διπλωμάτες
  • Θρησκεία της Νέα Τάξης
  • Αργία της Κυριακής
  • Ο περιπτεράς του Καντιώτη
  • Διδαχή του Αγ. Κοσμά του Αιτωλού
  • Η πλάνη του Διαβόλου περί του προσώπου του Κυρίου
  • Ο εξάψαλμος και η θεία Μετάληψη
  • Το κέρδος, η φιλοδοξία, η ματαιοδοξία είναι ο μεγάλος πειρασμός του ράσου 
 

 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΙΕΡΟΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΝΑΟΣ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΗΛΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Στο πνευματικό μας κέντρο (Ολυμπιάδος 53) κάθε Πέμπτη στις 9.00 μμ,πραγματοποιείται η σύναξη φοιτητώνσπουδαστών, ενηλίκων. Αναλύουμε το Ευαγγέλιο της επομένης Κυριακής, καθώς επίσης σοβαρά θέματα της εκκλησιαστικής επικαιρότητας και της σύγχρονης προσωπικής, οικογενειακής και ενοριακής ζωής.
Ομιλητής ο πρωτοπρεσβύτερος Νικόλαος Μανώλης.
εκ του Ι. Ναού
τηλέφωνον 2310273790
 

Ο Μητροπολίτης Πειραιώς για τον Ελεύθερο Τύπο και το ντοκιμαντέρ του Discovery Channel


ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ

Ἡ ἡμερήσια ἐφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ» πού ἱδρύθηκε ἀπό τόν Ἄρη καί τή Λίλιαν Βουδούρη, τό Σάββατο 8/12/2012 φ. 202, μᾶλλον γιά νά ἐνδυναμώσει ὡς ἐφημερίδα τοῦ συντηρητικοῦ χώρου, τό θρησκευτικό συναίσθημα τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ μας μέ τήν εὐκαιρία τῶν ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων προσφέρει σειρά DVD μέ θέμα «Ἡ ἄγνωστη ἱστορία τοῦ Ἰησοῦ» τήν ὁποία διαφημίζει ὅτι ἔχει τό κῦρος τῆς γνωστῆς ἑβραϊκῶν συμφερόντων ἑταιρίας τῆς Ἀμερικῆς Discovey World σέ 6 συνεχόμενα DVD μέ ἐπί μέρους ἑνότητες: 1. Ἡ ἄγνωστη ἱστορία τοῦ Ἰησοῦ, 2. Τά χαμένα χρόνια τοῦ Ἰησοῦ, 3. Τά παιδικά χρόνια τοῦ Ἰησοῦ, 4. Ὁ ρόλος τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς, 5. Ἡ ἀποστολή τοῦ Ἰησοῦ, καί 6. Οἱ τελευταῖες μέρες τοῦ Ἰησοῦ. Κοινή ἀποκαλυπτική συνισταμένη ὅλων αὐτῶν τῶν δῆθεν ἀγνώστων στοιχείων πού γίνονται γνωστά εἶναι ὅτι πουθενά δέν ἀποκαλεῖται ὁ Ἰησοῦς, Χριστός ἤ Μεσσίας ἀλλά ἀναμασῶνται ὡς ἐκ τῆς θεματολογίας ἀποδεικνύεται, τά γνωστά ἐμετικά ψεύδη καί οἱ κατασκευασμένες γελοιότητες πού χαλκεύει μετά μανίας, ἐμπαθείας καί ἀτελευτήτου κακίας τό ἑωσφορικό Σιωνιστικό τέρας.

Θά ἦταν προτιμώτερο γιά τήν ἐκλεκτή συντηρητική ἐφημερίδα ἡ ὁποία στίς ἀκροτελεύτιες σελίδες της διαφημίζει τά αἴσχη τοῦ σοδομιτισμοῦ καί τῆς ἀστρολογίας νά προσέφερε τήν Καμπάλα καί τό Ταλμούδ, θά ἦτο πιό εἰλικρινές ἐκ μέρους της καί πιό τίμιο. Τό νά διαδίδει τά χιλιοειπωμένα καί ἀνύπαρκτα καί εὐτελῆ παραμύθια τοῦ ἑβραϊκοῦ σιωνισμοῦ συμβάλουσα ἔτσι στήν ἀδιάπτωτη ἐκστρατεία τοῦ Σιωνισμοῦ γιά τήν ἀποδόμηση τοῦ Παναγίου Θεανδρικοῦ Προσώπου τοῦ ἐνσαρκωθέντος Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, τήν κατατάσσει δυστυχῶς στήν ἐγνωσμένη χορεία τῶν ἐκκλησιομάχων καί διωκτῶν τῆς ἀμωμήτου πίστεως τοῦ ἀποκαλυφθέντος αἰωνίου Θεοῦ καί εἶναι ἐγνωσμένη ἡ τύχη ὅλων αὐτῶν οἱ ὁποίοι «λακτίζουν πρός κέντρα» καί ἀποβαίνουν οἱ τραγικότεροι δήμιοι γιά τούς ἑαυτούς των.

Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012

Τα Θαύματα του Αγίου Σπυρίδωνος

Η παράθεση όλων των θαυμάτων του ιερού Σπυρίδωνος είναι αδύνατος, όχι δε μόνο η λεπτομερή αφήγηση αυτών, άλλα και η απλή απαρίθμηση δεν είναι πραγματοποιήσιμη, διότι ο αριθμός αυτών είναι άγνωστος, εφ’ όσον μυστικώς επιτελούνται τα περισσότερα. Την διαπίστωση αυτή εκφράζει και ο εκ των βιογράφων του Σπυρίδωνος Συμεών ο Μεταφραστής όταν γράφει: «τὸ πάντα μὲν τὰ ἐκείνου διεξελθεῖν, ἀπειρόκαλόν τε ὁμοῦ καὶ ἀδύνατον, ὥσπερ τὸ πάντα παραλιπεῖν ἀτεχνῶς ἐπιζήμιον». Εις την συνέχεια του παρόντος κεφαλαίου θα εκτεθεί, με κάθε δυνατή βραχυλογία, η διήγηση των θαυμάτων, τα όποια διέσωσαν οι αρχαίοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς, οι αρχαίοι βιογράφοι του Σπυρίδωνος ως και οι νεότερες διηγήσεις των κατά καιρούς εκδοτών της Ασματικής Ακολουθίας και του Βίου του αγίου Σπυρίδωνος.

Η σειρά της παρατάξεως των θαυμάτων, δια το πρώτο μέρος αυτών, είναι εκείνη την οποίαν ακολουθεί ο Μεταφραστής και τούτο διότι ο υπ’ αυτού Βίος του αγίου Σπυρίδωνος είναι ο μόνος γνωστός, εφ’ όσον από του έτους 1847 κατέστη αναπόσπαστο τμήμα του σώματος των ακολουθιών του αγίου Σπυρίδωνος. Δια δε τα επόμενα ισχύει η σειρά της εκδόσεως της Ασματικής Ακολουθίας και του Βίου του Αγίου, υπό του Μεθοδίου Κοντοστάνου, Μητροπολίτου Κερκύρας και Παξών. Το σύνολο της διηγήσεως των θαυμάτων διαιρείται εις δύο τμήματα: α) Το περιλαμβάνουν τα θαύματα, τα οποία τέλεσε ζων ακόμη ο Σπυρίδων, και β) τα μετά τον θάνατον αυτού.



ΘΑΥΜΑΤΑ ΕΝ ΖΩΗ

Ανομβρία στην Κύπρο

Η Κύπρος, ιδιαιτέρα πατρίς του ιερού Σπυρίδωνος, αξιώθηκε πρώτη της ευεργεσίας των θαυμάτων του. Πρώτον δε θαύμα αναφέρεται η διάσωση αυτής από τρομακτική ανομβρία, ένεκα της οποίας προεκλήθη «λιμός, τῷ λιμῷ δὲ λοιμός, καὶ τὸ πολὺ τοῦ πλήθους, τὸ μὲν ἤδη καὶ διεφθείρετο, τὸ δὲ ὅσον οὔπω τοῦτο παθεῖν ἠλπίζετο». Τότε ό Σπυρίδων, δια θερμών προσευχών, ως άλλος Ηλίας, άνοιξε τους ουρανούς, και «ὄμβρος αὐτίκα κατερράγη πολύς, καὶ πιαίνεται μὲν ἡ γῆ, τρέφεται δὲ τὰ ὡραῑα, καὶ τὰ λήϊα αὔξεται, καὶ πὰντα ὁμοῦ λύεται τὰ δεινά». 


Ο πλούσιος στην Κύπρο

Μεγάλη ακαρπία κυρίευε την Κύπρο και οι έμποροι έκρυβαν τους καρπούς δια να κερδίσουν παράνομα πολλά. Ήλθε τότε προς ένα εξ αυτών πλουσιώτατος, εις άνθρωπος πτωχός, και θερμώς και μετά δακρύων τον παρακάλεσε να τον βοηθήσει. Ματαίως όμως. Ο πλούσιος έμεινε ασυγκίνητος. Ακολούθως ο πτωχός άνθρωπος πήγε εις τον Άγιο και του ανέφερε την σκληρότητα του πλουσίου και την δική του πενία. Ο Άγιος τον παρηγόρησε και του προείπε ότι την επομένη ο ίδιος ο άσπλαχνος πλούσιος θα τον παρακαλούσε να λάβει όσους καρπούς ήθελε. Πράγματι, την νύκτα έπεσε ραγδαία βροχή, η οποία παρέσυρε τις αποθήκες του πλουσίου και σκόρπισε τους καρπούς του, και ο λαός ο πενόμενος επιδόθηκε εις την αρπαγή αυτών. Και παρουσιάσθη το εξής παράδοξο, ο πλούσιος έδιδε το δικαίωμα εις τον πτωχό να λάβει ότι ήθελε. Εν τούτοις δεν σωφρονίστηκε, καθώς μαρτυρεί το επόμενο γεγονός.


Χρυσός και Όφις

Άλλος πτωχός γεωργός ζήτησε από τον ίδιο τον πλούσιο λίγον σίτο δια σπορά και υποσχέθηκε να τον επιστρέψει μετά την συγκομιδή, με το ανάλογο τόκο. Ο πλούσιος αρνήθηκε κατηγορηματικά. Ο γεωργός κατάφυγε εις τον Άγιο, ο οποίος με λόγια παρηγορητικά τον απέστειλε εις την οικία του. Την επόμενη αυτός ο Άγιος τον επισκέπτεται και του δίδει τεμάχιο χρυσού, δια να το βάλει ενέχυρο στον πλούσιο, να λάβει ότι του χρειάζονταν, και μετά την συγκομιδή, αφού του επιστρέψει το δάνειο, να επιστρέψει και τον χρυσό εις τον Άγιο. Έτσι και έγινε. Ο Άγιος αφού έλαβε τον επιστραφέντα χρυσό, οδήγησε τον πτωχό στο μικρό κήπο του, εκεί δε τοποθέτησε τον χρυσό εις την γη. Κατόπιν προσευχήθηκε στον Θεό με τους λόγους αυτούς: «Κύριέ μου Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ πάντα ποιῶν καὶ μετασκευάζων μόνῳ τῷ βούλεσθαι, ὁ ἐπὶ Μωϋσέως ποτὲ τὴν ράβδον εἰς ὄφιν μεταβαλὼν ἔμπροσθεν τοῦ Βασιλέως τῆς Αἰγύπτου, Αὐτὸς καὶ τὸ χρυσίον τοῦτο, καθὼς ἐκ ζώου πρότερον μετέβαλες εἰς τὴν μορφὴν ταύτην, οὕτω καὶ νῦν μετάτρεψον εἰς τὸ ἀρχαῖον αὐτοῦ εἶδος, ὅπως καὶ οὗτος ὁ δοῦλος σου μάθῃ τὴν περὶ ἡμᾶς σου πρόνοιαν, καὶ διδαχθῇ ἐμπράκτως, τὸ ἐν τῇ Θείᾳ Γραφῇ λόγιον, ὄτι πάντα ὅσα ἠθέλησεν ὁ Κύριος ἐποίησε». Αμέσως δε προ του κατάπληκτου γεωργού, το τεμάχιο του χρυσού μεταβλήθηκε σε ερπετό, το οποίο κρύφθηκε στην λιθιά.


Η διάβαση του ποταμιού

Άλλοτε πάλι, φίλος του Αγίου και ενάρετος άνθρωπος, συκοφαντημένος καταδικάσθηκε άδικα σε θάνατο. Χρειάσθηκε να μεταβεί ο Άγιος και να τον υπεράσπιση ενώπιον του άρχοντος. Ήταν όμως χειμώνας και ένας ποταμός, τον οποίο έπρεπε απαραίτητα να περάσει ο Άγιος, ήταν πλημμυρισμένος και ορμητικότατος. Ο Άγιος δεν δίστασε, άλλα μιμούμενος τον Ιησού του Ναυή διέταξε τον ποταμό «στῆθι, ἔφη, ὁ κοινός σοι ἐπιτάττει δεσπότης καὶ διαβήσομαι ἐγώ, σωθήσεται δὲ ὁ ἀνήρ, ὑπὲρ οὗ σπεύδομέν τε καὶ πολλὰ τοῦ Θεοῦ ἐδεήθημεν». Αφού δε είπε τους λόγους τούτους το ρεύμα του ποταμού ανακόπηκε αιφνιδίως και πέρασε ο Άγιος και άλλοι οδοιπόροι, οι όποιοι διεκήρυξαν αμέσως το θαύμα στην πόλη. Και ο άρχων γεμάτος θαυμασμό απέλυσε τον κατάδικο, τον όποιον επανέφερε ο Άγιος μαζί του χαίρων.


Η Αμαρτωλή Γυναίκα

Κάποτε ο Άγιος, έπειτα από οδοιπορία μακράν, επισκέφθηκε φίλο του για να αναπαυθεί λίγο. Εκείνος δε ενθουσιωδώς υποδεξάμενος τον Άγιο, έβαλε ύδωρ εις τον νιπτήρα και ετοιμάζονταν να πλύνει τα πόδια του. Εν τω μεταξύ διαδόθηκε η είδηση ότι ο Σπυρίδωνας βρίσκονταν εκεί, έτρεχαν δε οι γείτονες δια να προσφέρουν τις υπηρεσίας τους εις τον Άγιο και να λάβουν την ευλογία του. Μεταξύ των πολλών ήλθε και μία γυνή αμαρτωλός, η οποία προθυμοποιήθηκε να πλύνει τα πόδια του. Εκείνος δε αποστρέφοντας το πρόσωπο του της είπε: «μὴ μοῦ ἅπτου ὦ γύναι» και τούτο όχι εξ υπερηφάνειας κινούμενος, διότι ήταν εις ολόκληρη την ζωή του υπόδειγμα ταπεινώσεως, αλλά δια να προκαλέσει σε αυτήν την σώζουσα μετάνοια. Επειδή δε εκείνη επεχείρησε να πλησιάσει τον Άγιο, εκείνος μεγαλόφωνα φανέρωσε την αμαρτία της. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα την μετά δακρύων ειλικρινή εξομολόγηση της γυναικός δημοσία. Ο δε Σπυρίδων μιμούμενος τον Κύριο είπε προς την γυναίκα «Θάρσει θύγατερ· ἀφέωνται σοι αἱ ἀμαρτίαι σου». και «Ἰδε, ὑγιὴς γέγονας, μηκέτι ἁμάρτανε», και διά της συγχωρήσεως θεράπευσε αυτήν από την φοβερά νόσο της ψυχής, την αμαρτία. 


Η Ανάσταση της κόρης του

Ενώ ο Άγιος βρίσκονταν στην Σύνοδο της Νικαίας πέθανε στην Κύπρο η θυγατέρα του, Ειρήνη ονομαζόμενη. Κατά την επιστροφή του εις την Κύπρο τον επισκέφθηκε κάποια γυνή, η οποία με μεγάλη ταραχή του ανάφερε ότι είχε δώσει, εις την κόρη του ένα κόσμημα πολύτιμο δια να το φυλάξει, εν τω μεταξύ όμως πέθανε η Ειρήνη χωρίς να το επιστρέψει ή να φανέρωση τον τόπο όπου το είχε κρύψει. Ο Άγιος πήγε στον τάφο της θυγατέρας του, ακολουθούμενος από πολλούς άλλους και εκεί, απευθυνόμενος προς την νεκρά, ως να ζούσε, την ρώτησε πού έχει φυλαγμένο το ξένο κόσμημα. Εκείνη δε, αφού ανέκτησε προς στιγμήν την ζωή και ανακοίνωσε εις τον πατέρα της τον τόπο, κοιμήθηκε και πάλι. Ο δε Άγιος επέστρεψε εις την γυναίκα το κόσμημα. 


Η ίαση του αυτοκράτωρ Κωνστάντιου

Μετά τον θάνατον του Μ. Κωνσταντίνου (337), η αυτοκρατορία διαμοιράσθηκε μεταξύ των υιών του. Την ανατολή έλαβε ο Κωνστάντιος (337 - 361), ο οποίος έμεινε εις την Αντιόχεια. Έτυχε δε να προβληθεί ο βασιλεύς από φοβερά ασθένεια, την οποίαν κανείς ιατρός δεν μπορούσε να θεραπεύσει. Μετά από πολλές προσπάθειας άκαρπες υποδέχθηκαν στον βασιλέα υπό αγγέλου, κατά την διάρκεια ονείρου, δύο επίσκοποι, ανάμεσα εις πολλούς άλλους, και δηλώθηκε σε αυτόν, ότι μόνον αυτοί μπορούν να τον θεραπεύσουν (επρόκειτο περί του ιερού Σπυρίδωνος και του διακόνου του Τριφυλλίου, τον όποιον ο βασιλεύς είδε ως επίσκοπο εις τον ύπνο του, προοραματιζόμενος το μέλλον). Επειδή δεν φανερώθηκε εις τον βασιλέα ούτε το όνομα ούτε ο τόπος των επισκόπων, έδωκε εντολή να προσκληθούν διαδοχικά στην Αντιόχεια όλοι οι επίσκοποι της επικρατείας. Ο Σπυρίδων, ευχαρίστως αποδεχθείς την πρόσκληση, μετέβη συνοδευόμενος από τον Τριφύλλιο. Όταν όμως παρουσιάσθηκε στα ανάκτορα και ζήτησε να δη τον βασιλέα έγινε αντικείμενο περιφρονήσεως εξ αιτίας της πτωχικής περιβολής του, κάποιος μάλιστα αυλικός τον κτύπησε στο πρόσωπο. Ο Άγιος με υπομονή έστρεψε και την άλλην σιαγόνα του εφαρμόζων τους λόγους του Κυρίου. Αφού εξακριβώθηκε ότι πρόκειται περί επισκόπου του επετράπη η είσοδος εις τα ανάκτορα, όταν δε, μαζί με τον Τριφύλλιο έφθασαν εις την αίθουσα του θρόνου, αμέσως αναγνωρίστηκαν από τον βασιλέα, ο όποιος έτρεξε προς αυτούς. Ο Άγιος έβαλε την χείρα του εις την κεφαλήν του βασιλέως και αμέσως ο βασιλεύς θεραπεύθηκε. Το θαύμα προκάλεσε μεγάλο θαυμασμό και θόρυβο. «Μόνος Σπυρίδων ἐν τοῖς ἁπάντων χείλεσιν ἔκειτο, Σπυρίδων ἐλαλεῖτο μόνος, Σπυρίδων ἦν πᾶσι τὸ σπουδαζόμενον». Ο Άγιος, πριν εγκατάλειψη τα ανάκτορα, νουθέτησε τον βασιλέα δια μακρών, δια να ευεργετήσει όχι μόνον το σώμα του αλλά και την ψυχή του. Μετά ταύτα ο βασιλεύς θέλοντας να ανταμείψει τον Άγιον έδιδε σε αυτόν χρυσόν πολύ, το όποιον ο Σπυρίδων αποποιήθηκε. Επειδή ό βασιλεύς επέμενε, ο Άγιος έλαβε τον χρυσόν και τον διαμοίρασε εις τους ανθρώπους του παλατιού, ο δε βασιλεύς, νουθετηθείς δια της πράξεως αυτής του Σπυρίδωνος, προέβη εις πολλές αγαθοεργίας.


Διπλή Ανάσταση

Πριν αναχώρηση ο Άγιος από την Αντιόχεια, δια να επιστρέψει εις την Κύπρο, τέλεσε το εξής θαυμάσιο και διπλό θαύμα. Ανέστησε πρώτα, κατόπιν προσευχής, όπως άλλοτε ο Ηλίας και ο Ελισσαίος, το τέκνον μιας ξένης (βαρβάρου) γυναικός. Εν συνεχεία χρειάσθηκε να ζητήσει και πάλι την χάρη και την ευσπλαχνία του Θεού για να αναστήσει και την μητέρα, η οποία μόλις είδε να ανακτά την ζωή το παιδί της, πέθανεν από την μεγάλη χαρά και συγκίνηση.


Οι αίγες και ο έμπορας

Σημειώθηκε και εις τα προηγούμενα, ότι ο Άγιος και όταν ακόμη ανήλθε στο επισκοπικό αξίωμα, έτρεφε ποίμνιο. Μία ημέρα προσήλθε εις αυτόν ένας έμπορος δια να αγοράσει αίγας. Κατέθεσε τα χρήματα εις τις χείρες του Αγίου ο οποίος εμπιστευόμενος δεν τα μέτρησε, εν συνεχεία δε ζήτησε να λάβει εκατόν αίγες. Ο ιερός Σπυρίδων εκ προορατικότητας γνώριζε ότι ο έμπορος δε του έδωσε το αντίτιμο εκατό αιγών, αλλά ενενήντα εννέα. Συνόδευσε λοιπόν τον έμπορον εις την στάνη και του είπε να λάβει τόσες αίγας, όσες πλήρωσε. Εκείνος δεν μπορούσε να καταλάβει ότι ο άγιος είχε εννοήσει την απάτη και δια τούτο έβγαλε από την μάνδρα εκατόν αίγες. Αλλά τότε συνέβη το έξης παράδοξο. Ένα από τα ζώα δεν δέχονταν κατ’ ουδέν τρόπο ν’ ακολουθήσει τον έμπορο στάθηκε δε αδύνατον εις αυτόν και να το μεταφέρει στους ώμους του ακόμη. Επεμβαίνων τότε ο Άγιος του είπε να προσέξει μήπως το ζώο δεν αρνείται χωρίς λόγο να τον ακολουθήσει, μήπως δηλαδή λησμόνησε να πλήρωση την αξία του. Κατάπληκτος ο άνθρωπος ωμολόγησε το αμάρτημα του, και ζήτησε με συντριβή συγγνώμη αφού δε πλήρωσε το οφειλόμενο, το ζώο τον ακολούθησε ήσυχα, όπως και τα άλλα. 


Ο αλαζών διάκονος

Κατάκοπος ο Άγιος από την οδοιπορία, και μάλιστα σε εποχή θέρους, πήγε κάποτε στον Ναό της πόλεως Ερυθράς της Κύπρου για να προσευχηθεί. Συνέστησε τότε σε ένα από τους διακόνους των εντοπίων να επιταχύνει την ακολουθία. Εκείνος όμως, από ματαιοδοξία κινούμενος, διότι ήταν καλλίφωνος, αντιθέτως προς την εντολή του Σπυρίδωνος, επιβράδυνε την ψαλμωδία. Αγανακτώντας τότε ο Άγιος του φώναξε «σιώπα», αμέσως δε ο διάκονος έχασε την φωνή του και έμεινε άλαλος. Έντρομος έπεσε στα πόδια του ιερού Σπυρίδωνος, ως και όλο το πλήθος των παρόντων πιστών, και θερμώς καθικέτευαν τον Άγιο να συγχωρέσει και να θεραπεύσει τον τιμωρημένο υπερήφανο. Ο δε Άγιος, πηγή ευσπλαχνίας και συγγνώμης, θεράπευσε μεν τον διάκονο, δεν του έδωσε όμως πάλι την αυτή καλλιφωνία, την οποία είχε, για να τον, θεραπεύσει και από την αλαζονίαν.


Οι άγγελοι & η ιερή ακολουθία

Εις την ανωτέρω πόλη την ονομαζομένη Ερυθρά, πήγε ο Άγιος στο Ναό για την εσπερινή ακολουθία. Ο Ναός ήταν σχεδόν έρημος και μόνο οι υπηρέτες και οι διάκονοι ήσαν εκεί. Έδωσε εντολή ο Άγιος να ανάψουν φώτα πολλά και όρθιος εμπρός στο θυσιαστήριο προσεύχονταν. Όταν όμως αναφώνησε το «Εἰρήνη πᾶσι» ακούστηκε αρμονία φωνών πολλών από τον ουρανό να αναφωνεί το «Καὶ τῲ πνεύματί σου». Επίσης, όταν ο διάκονος τελείωνε τις δεήσεις, ακούγονταν οι φωνές να ψάλλουν το «Κύριε ἐλέησον». Η αγγελική υμνωδία ακούστηκε μακριά έξω από τον Ναό και οι άνθρωποι της πόλεως έτρεξαν να ιδούν, αλλά κατελήφθησαν από τρόμο, βλέποντας τον Ναό μεν έρημο, ακούοντας δε τη ψαλμωδία.


Ο λύχνος και ο έλαιος

Άλλη πάλι φοράν μετέβη ο ιερός Σπυρίδων στον Ναό για να τελέσει την εσπερινή ακολουθία. Ενώ όμως βρίσκονταν εις το μέσο αυτής, ο λύχνος έσβηνε δι’ έλλειψη ελαίου, άλλο δε έλαιο δεν υπήρχε στον Ναό. Ο Άγιος λυπόνταν διότι δεν ήθελε να σταματήσει την ακολουθία ημιτελή. Και τότε παράδοξα και δι’ αοράτου δυνάμεως, υπερεκχειλίζει ο λύχνος έλαιο και τόσον πολύ χύνονταν στο έδαφος ώστε οι υπηρέτες του Ναού έφεραν σκεύη και το συνέλεγαν.
Μετέβη κάποτε ο Άγιος συνοδευόμενος από τον Τριφύλλιο Επίσκοπο ήδη της πόλεως των «Καλλινικησέων», στην πόλη Κυρήνη. Καθ’ οδό διήλθαν από την πόλη Κυθέρεια και το Πενταδάκτυλο όρος. Όταν έφθασαν στην Παρύμνη, ήταν τόσο ωραίο το τοπίο, ώστε ο Τριφύλλιος επιθύμησε την απόκτηση κτήματος, αλλά την επιθυμία του δεν φανέρωσε στον Σπυρίδωνα. Παρά ταύτα ο Άγιος, δυνάμενος να γνωρίζει τους διαλογισμούς των άλλων, ήλεγξε τον Τριφύλλιο δια την ματαιοδοξία του, υπομνήσας αυτόν ότι υπάρχουν άλλα αγαθά, τα ουράνια, τα όποια πρέπει να επιδιώκει ο άνθρωπος, και όχι τα επίγεια. Ο Τριφύλλιος αναγνώρισε την ορθότητα της απόψεως του γέροντος και ζήτησε συγνώμη απ’ αυτόν.


Η μοιχαλίδα

Κάποιος συμπολίτης του Αγίου, ναυτικός, επιστρέψας εις την πατρίδα του μετά διετή απουσία, βρήκε την σύζυγό του σε κατάσταση εγκυμοσύνης. Τόσο ταράχθηκε από το γεγονός ώστε ήθελε να την φονεύσει. Επικράτησε όμως εις αυτόν ηρεμότερη σκέψη και απόφυγε το έγκλημα, προσέτρεξε δε εις τον Άγιο, δια να ζήτηση την συνδρομή του. Τότε ο Άγιος δίχως να ρωτήσει καν την γυναίκα περί του γεγονότος, την έλεγξε δια την μοιχεία. Εκείνη όμως με προπέτεια και χωρίς ντροπή διεκήρυσσε μεν ότι ήταν αθώα, διαβεβαίωνε δε ότι όσον χρόνο έλειπε ο σύζυγος της εκείνη κυοφορούσε το βρέφος. Η στάση της γυναίκας προκάλεσε αγανάκτηση εις τους ακούγοντας, οι δε φωνές της είχαν αναστατώσει την πόλη ολόκληρη. Τότε ο ιερός Σπυρίδων, προσπαθώντας δια του φόβου να την οδηγήσει στην μετάνοια, της είπε «εἰ μέν ὦ γύναι, ὤσπερ εἰς μεγάλην έξώκειλας ἀμαρτίαν οὔτω δὴ καἰ μεγάλην εἰσῆγες τὴν μετάνοιαν, τάχα ἄν καὶ πολλή σοι περιελείπετο σωτηρίας ἐλπίς, οὐδεμία γὰρ οὕτως ἁμαρτίας ἰσχύς, ὡς μὴ τὴς τοῦ Θεοῦ ἡττᾶσθαι φιλανθρωπίας, ἐπεὶ δὲ τῇ μοιχείᾳ μὲν τὴν ἀπόγνωσιν, τῇ ἀπογνώσει δὲ καὶ τὴν ἀναισχυντίαν ὠδίνησας, δίκαιον μὲ ἦν τὰ ἐπίχειρα τούτων ἐπιγνῶναί σε, καὶ ὀξεῖαν ὑποστῆναι κόλασιν. πλὴν ἀλλὰ καὶ ἔτι χώραν σοι προτείνοντες μετανοίας, καθαρῶς ταῦτα προαγορεύομεν· ὡς οὐκ ἄν εἰς φῶς σοι τουτὶ τὸ κυοφορούμενον ἐξέλθοι, ποτέ, ἕως ἄν μὴ καὶ αὐτὴ τὸ τῆς ἀληθείας φέγγος ὑπὸ βαθεῖ σκότει τοῦ ψεύδους ἀπόσχῃ καλύπτειν, κρύπτειν οἰομένη καὶ τὰ τυφλοῖς, δ' φασι, καθορώμενα». Μετ’ ολίγον πόνοι φοβεροί κατέλαβαν την γυναίκα, οι όποιοι έπαυσαν με τον θάνατο της. Ο δε Σπυρίδων αφού έκλαψε εκ λύπης, δήλωσε ότι δεν θα τιμωρούσε κανένα εις το μέλλον, εφ’ όσον τόσο γρήγορα οι λόγοι του πραγματοποιούνταν.


Ο ειδωλολάτρης ανήρ

Υπήρχε κατά τις ημέρας του Αγίου κάποια συνετή και ευσεβής γυνή, Σωφρονία ονομαζόμενη, η οποία είχε σύζυγο ειδωλολάτρη. Αυτή δεν έπαυε να προστρέχει εις τον Σπυρίδωνα και να τον παρακαλεί να μεσιτεύσει δια την σωτηρία του συζύγου της και την προσχώρησή του στον Χριστιανισμό. Αλλά και ο ειδωλολάτρης σύζυγος δεν εμπόδιζε την Σωφρονία στις προς τον Άγιο επισκέψεις της, διότι αφ’ ενός μεν δεν γνώριζε τον σκοπό αυτών, αφ’ ετέρου δε σέβονταν και τιμούσε τον Άγιο, τον οποίο δέχονταν μετ’ ευχαριστήσεως και στην οικία του. Μία ημέρα ενώ συνέτρωγε μετ’ αυτών ο Σπυρίδων, λέγει προς ένα υπηρέτη, εις τρόπον ώστε να γίνει ακουστός από όλους, ότι άφησε ένα μικρό υπηρέτη να φυλάσσει τα πρόβατα του. Κοιμήθηκε όμως ο μικρός και τα πρόβατα χάθηκαν. Αφού κατόπιν ξύπνησε, ματαίως ερεύνησε παντού, έστειλε δε αγγελιοφόρο να αναφέρει το γεγονός, και ότι ο αγγελιοφόρος ευρίσκονταν έξω από την θύραν· «ἀλλὰ σὺ κατελθών», πρόσθεσε εις τον υπηρέτη «γνώρισον αὐτῶ δὴ τῲ ἀγγέλῳ, ὅτι εὕρηνται ἀκριβῶς πάντα, καὶ οὐδὲ ἕν ἐνδεῖ τῷ ποιμνίῳ». Ο υπηρέτης έσπευσε να εκτελέση την εντολή του Σπυρίδωνος, μετ’ ολίγο δε φάνηκε δεύτερος αγγελιοφόρος, ο όποιος ανάφερε την εύρεση των προβάτων, προς μεγάλη κατάπληξη των συνδαιτημόνων. Θαύμασε ο ειδωλολάτρης την προγνωστική δύναμιν του Αγίου και έσπευσε να τον προσκύνηση, και να προσφέρει εις αυτόν θυσία, εκείνος όμως τον συνκράτησε λέγοντας «οὐκ ἐγὼ Θεός, ἀλλὰ δοῦλος Θεοῦ μᾶλλον, ἄνθρωπος σοι ὁμοιοπαθὴς. ..» και τον οδήγησε προς την αληθινή πίστη και την σωτηρία.


Οι κλέπτες των προβάτων

Κάποτε και κατά τις νυκτερινές ώρες, κλέπτες εισήλθαν στην μάντρα του Αγίου για να κλέψουν τα πρόβατα του. Τότε όμως συνέβη το έξης παράδοξο. Αόρατος δύναμη τους έδεσε κατά τρόπον, ο οποίος δεν επέτρεπε σε αυτούς ούτε την παραμικρή κίνηση. Στην θέση αυτή τους βρήκε το επόμενο πρωί ο Άγιος, ο οποίος τους απέλυσε, αφού τους νουθέτησε και τους δώρησε ένα κριό, «ἵνα μὴ μάτην ἠγρυπνηκότες ἦτε», όπως είπε χαριτολογώντας.


Ο Πλοίαρχος και ο χρυσός

Ήλθε προς τον Άγιο ένας Τριμυθούντιος πλοίαρχος εμπορευόμενος, ο οποίος είχε ανάγκη χρυσού για το εμπόριο του. Ο Άγιος πρόθυμα του έδωσε ως δάνειο όσον χρυσό είχε για τις ανάγκες της επισκοπής. Έφυγε ο ναυτιλλόμενος έμπορος, πούλησε με κέρδος το εμπόρευμα του και επίστρεψε. Παρέδωσε το οφειλόμενο εις τον Άγιο, εκείνος δε χωρίς να το ελέγξει, του είπε να το τοποθέτηση στη θέση την οποίαν βρίσκονταν όταν του το έδωσε. Έκτοτε, οσάκις είχε ανάγκη, μόνος του έμπορος λάμβανε τον χρυσό και μόνος τον επανάφερε και τον φύλασσε. Δυστυχώς όμως το πάθος της φυλαργυρίας δεν βράδυνε να τον καταλάβει και όταν κάποτε έλαβε τον χρυσόν πάλι ως δάνειο προσποιήθηκε ότι τον επέστρεψε, ενώ εις την πραγματικότητα τον κατακράτησε. Μετ’ ολίγο πάλι ο έμπορος περιήλθε εις οικονομική δυσχέρεια. Τρέχει στον Άγιο και ζήτα ενίσχυση, ο δε Άγιος προσποιούμενος ότι δεν γνωρίζει την αφαίρεση του χρυσού, τον στέλνει, ως συνήθως, να λάβει το δάνειο άλλα και ο έμπορος υποκρινόμενος ερευνά τον κενό χώρο και, ως ήταν φυσικό, ουδέν ευρίσκει, εν συνεχεία δε αναφέρει την εξαφάνιση στον επίσκοπο. Και τότε ο ιερός Σπυρίδων του λέγει: «εἰ μέν, ὦ φίλτατε, ἀληθῶς ἐτύγχανες τεθεικώς, εὗρες ἄν καὶ ὅ κατέθηκας εὐχερῶς· εἰ δὲ ὅ παρὰ σοὶ ἔμεινε, τοῦτο νῦν παρ' ἡμῶν λαβεῖν ἐκζητεῖς, ἴσθι σεαυτὸν μᾶλλον, ἢπερ ἡμᾶς παραλογιζόμενος». Ό άνθρωπος εκείνος δεν μπόρεσε να προσποιηθεί πλέον. Έπεσε στα πόδια του Σπυρίδωνος και αφού ομολόγησε την πράξη ζήτησε συγγνώμη, την οποίαν ο Άγιος δεν του αρνήθηκε, αφού προηγουμένως τον νουθέτησε .


Τα είδωλα της Αλεξάνδρειας

Αναφέρεται ότι ενώ ακόμη ζούσε ο Άγιος συγκλήθηκε, από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σύνοδος επισκόπων δια να γκρεμίσουν με κοινή προσευχή τα αγάλματα των ψευδών θεών, από τα οποία ήταν γεμάτη ακόμη η Αλεξάνδρεια. Συγκεντρώθηκαν λοιπόν οι επίσκοποι, και πράγματι έπειτα από θερμή προσευχή συνετρίβησαν τα είδωλα, όλα εκτός από ένα. Παρά δε το γεγονός ότι επέμειναν στην προσευχή, δεν κατέστη δυνατή η συντριβή του αγάλματος. Κατά την νύκτα, ενώ ο Πατριάρχης προσεύχονταν, του υποδείχθηκε σε οπτασία ότι το είδωλο θα γκρεμίζονταν μόνο όταν θα προσεύχονταν ο επίσκοπος της Τριμυθούντας Σπυρίδων. Αμέσως ο Πατριάρχης στέλνει και προσκαλεί τον ιερό Σπυρίδωνα, ο δε Άγιος αμέσως σπεύδει εις την Αλεξάνδρεια. Μόλις έφτασε στο λιμένα της πόλεως το πλοίο, ο Σπυρίδων, προσευχόμενος νοερώς, αποβιβάζεται στην ξηρά, συγχρόνως δε πίπτει σε συντρίμια το άγαλμα. Όταν έμαθε ο Πατριάρχης την πτώση του ειδώλου λέγει προς τους επισκόπους «ὦ φίλοι, Σπυρίδων ἐκ Τριμυθούντος». Έσπευσαν λοιπόν και υποδέχτηκαν τον Άγιο, ευρισκόμενο ακόμη στην παραλία, το δε θαύμα προκάλεσε τον θαυμασμό σε όλες τις πόλεις μέχρι και του Βυζαντίου. 


Η κοίμηση του Αγίου Σπυρίδωνος

Και αυτό το τέλος της επιγείου ζωής του ιερού Σπυρίδωνος, θαυματουργικά ανηγγέλθη σε αυτόν. Ήταν η εποχή του θερισμού. Ο αγρός του Αγίου είχε πλουσιώτατη καρποφορία. Ο Ιερός Σπυρίδων παίρνει το δρεπάνι, όπως συνήθιζε, δια να θερίσει. Αλλά ενώ ήταν καθαρός ο ουρανός, αιφνιδίως συννέφιασε και άρχισε να βρέχει, όχι παντού άλλα μόνον εις το σημείο όπου βρίσκονταν ο ίδιος, και δρόσιζε το κεφάλι του, εις την οποίαν φαίνονταν, άλλο παράδοξο, τρίχες μελανές, ξανθές και λευκές. Τα γεγονότα αυτά ως έξης ερμήνευσε ο ιερός Σπυρίδων εις τους κατάπληκτους παρευρισκομένους· «ἴστε φίλοι, ὡς ἐγὼ μὲν ἤδη τοῦ σώματος ἐκδημῶ· πολλῇ δὲ δόξῃ ὁ Κύριος τὴν ἐμὴν τῆς ἀποδημίας μνήμην περιβαλεῖ, καὶ πολλοῖς τῶν ἀνθρώπων ἡ τῆς τελευτῆς τῆς ἐμῆς ἡμέρα ὑπόθεσις ἑορτῆς ἔσται, καὶ φιλοτίμως ταύτην ἡλικία πᾶσα ἐπιτελέσει νέων τε καὶ μέσων καὶ παλαιῶν». Αφού δε ο Ιερός Σπυρίδων νουθέτησε δια μία ακόμη φορά τα πνευματικά του τέκνα και τα προέτρυνε, άλλα και εμπράκτως ακόμη δίδαξε την μεγάλη του αρετή της προς τον Θεό και τον πλησίον αγάπης, κοιμήθηκε εν Κυρίω. 



ΘΑΥΜΑΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ

Η θαυματουργική δύναμις του ιερού Σπυρίδωνος, δεν σταμάτησε να ενεργεί με τον θάνατον του. Αυτός δε ο Παντοδύναμος Θεός, δια του αιωνίου και υπερφυούς θαύματος της αφθαρσίας του ιερού Λειψάνου του άγιου Σπυρίδωνος, ευδόκισε όπως ο θερμός παρηγορητής των θλιμένων, ο ιατρός των ασθενών, ο συμπαραστάτης των δοκιμαζόμενων ευρίσκεται μεταξύ των ανθρώπων, οι όποιοι ζητούν την θερμή πρεσβεία του προς την θεία Δύναμη και Αγάπη. Όχι μόνον πνευματικά άλλα και σωματικά. Πρώτα η Κύπρος, έπειτα η Βασιλεύουσα των πόλεων, ιδιαιτέρως δε η Κέρκυρα γνώρισαν, η τελευταία δε καθημερινά γνωρίζει, την ευεργεσία των θαυμάτων του. Δικαίως λοιπόν ο υμνητής του ιερού ανδρός λέγει ότι

«Ὁ θαυματουργὸς κᾂν τέθνηκε, Σπυρίδων,
τοῦ θαυματουργεῖν οὐκ ἔληξεν εἰσέτι.» 


Ο προσκυνητής & η καταιγίδα

Κάποτε κατά την εορτή του Αγίου, την 12 του μηνός Δεκεμβρίου, προσήλθε κάποιος ευσεβής προσκυνητής, να προσκυνήσει τον τάφο του ιερού Σπυρίδωνος, εις τον εν Κύπρο Ναό του. Όπως δε ομολόγησε ο ίδιος δοκίμασε τόσον υπερκόσμια συγκίνηση, ώστε έπαυσε ολοσχερώς να σκέπτεται τα επίγεια και μόνον τα ουράνια αγαθά λογίζονταν, καθ’ όλη δε την ημέρα ούτε έφαγε, ούτε ήπιε, ούτε μίλησε. Κοινώνησε μόνον των Αχράντων Μυστηρίων. Ο αυτός ευσεβής άνθρωπος, άλλη φοράν, πάλι την ημέρα της μνήμης του Αγίου, μετέβη στην Τριμυθούντα αφ’ ενός μεν δια να προσκυνήσει το τίμιο του Αγίου Λείψανο, αφ’ ετέρου δε να αγοράσει ενδύματα και σκεπάσματα δια τους πτωχούς στο τελούμενο πανηγύρι. Αφού ξεπλήρωσε τον σκοπό της μεταβάσεως του και ήταν έτοιμος ν’ αναχωρήσει, τότε ο ουρανός γέμισε από νέφη, τα όποια απειλητικότατα προμήνυον την καταιγίδα. Τότε ό άνθρωπος εκείνος έτρεξε προς το άγιο Λείψανο του Σπυρίδωνος και παρακάλεσε αυτόν να τον βοηθήσει και να εμπόδιση την βροχή, η οποία θα καθιστούσε δυσχερή την πορεία του, να γίνει δε καλός οδηγός και συνοδοιπόρος του. Και τούτο έγινε. Αναχώρησε ο άνθρωπος και ο Άγιος συνταξίδευε μαζί του, η δε βροχή και ο άνεμος εμποδίζονταν από την δύναμη του Σπυρίδωνος να ξεσπάσουν επάνω εις τους οδοιπόρους. Έφτασε ο προσκυνητής στον προορισμό του και ο Άγιος αμέσως εξαφανίστηκε, συγχρόνως όμως και κατακλυσμιαία βροχή ξέσπασε, η οποία κράτησε επί τρία συνεχή μερόνυκτα. Ο ίδιος πάλι ο άνθρωπος διηγείται, ότι ενώ επιθυμούσε να μεταβεί στην Τριμυθούντα, άλλη φορά, κατά την μνήμη του Ιερού Σπυρίδωνος, του ήταν αδύνατο να πραγματοποίηση την επιθυμία αυτή. Με θλίψιν μεγάλη προσεύχονταν και παρακαλούσε τον Άγιο να μη τον στερήσει, έστω και μακρόθεν, της χάριτος του. Είδε τότε εις δράμα ότι μετάβηκε στον Ναό του Αγίου και ότι ο ιερός Σπυρίδων προσεύχονταν. Παρακολούθησε, όλη την ακολουθία και μετά το τέλος ο Άγιος αφού ευλόγησε τους παρόντας αναχώρησε.


Ο λοιμός της Κέρκυρας

Όταν κατά το, απαίσιο της μνήμης για τους Έλληνες, έτος 1453 η Πόλη έπεσε στα χέρια των απίστων, η Βουλή του Θεού ευδόκισε όπως το σεπτό Λείψανο του θαυματουργού Σπυρίδωνος, όπως και εκείνον της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστης. (†867),  αποθησαυριστούν στην Κέρκυρα. Από του σωτηρίου λοιπόν έτους 1456, τρία έτη δηλαδή μετά την άλωση, τα ιερά αυτά Σκηνώματα, στο δυτικότερο άκρο της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, ακτινοβολούν ως φάροι και κατευθύνουν τους ναυτιλομένους στην θάλασσαν του βίου και τους προστατεύουν από τις τρικυμίες των παθών και τις αντιξοότητες της ζωής.
Πρώτο από τα απειράριθμα θαύματα του Άγιου, τα οποία τέλεσε και εξακολουθεί να τελεί, στην Κέρκυρα αναφέρεται το θαύμα της σωτηρίας του λαού από την πείνα, την οποίαν προκάλεσε η εξ ολοκλήρου έλλειψη σίτου. Σχετικά με τούτο το θαύμα θα γίνει λόγος εκτενέστερος στο περί των Λιτανειών του Ιερού Λειψάνου του Αγίου κεφάλαιο.


Η θεραπεία του τυφλού

Επίσης, κατά τα πρώτα έτη της ελεύσεως στην Κέρκυρα του σεπτού Σκηνώματός του, ο Άγιος θεράπευσε ένα τυφλό έμπορο ανατολίτη ονομαζόμενο Θεόδωρο, ο οποίος με πίστη μεγάλη είχε προστρέξει και ζήτησε την βοήθεια αυτού. 


Οι τυφλοί, οι κατακρημνισμένοι & ο ασεβής

Μεγάλη κατάπληξη και θαυμασμό προκάλεσαν στον ευσεβή λαό και τα έξης θαύματα του Αγίου. Θεράπευσε δύο τυφλούς κωπηλάτες του Βενετικού στόλου. Επίσης, όταν κάποτε ευσεβείς άνθρωποι ανέβηκαν στο υψηλό κωδωνοστάσιο του Ναού του Αγίου για να σβήσουν πυρκαγιά, η όποια προκλήθηκε από κεραυνό και δεύτερος κεραυνός τους πέταξε με βία στο έδαφος, τότε, δια της θαυματουργικής επεμβάσεως του ιερού Σπυρίδωνος, δεν έπαθαν καμία βλάβη. Άλλοτε πάλι, ενώ το σεπτό Σκήνωμα λιτανεύονταν, κάποιος ανήκων στην τάξη των ευγενών περιέπαιζε ένα παιδί, το οποίο με πίστη θερμή είχε πέσει στον δρόμο, για να περάσει πάνω του το άγιο Λείψανο και να το θεραπεύσει. Ξαφνικά, αυτήν την στιγμή, εξερράγη το πυροβόλο και κατάστρεψε τον δεξιό οφθαλμό του ασεβούς αριστοκράτη, ο οποίος μετανόησε και έμεινε όλη την νύκτα προσευχόμενος στον Ναό του Αγίου.


Η ιεροσυλία των Λατίνων

Κατά το έτος 1718 ο Γενικός Καπιτάνος Ανδρέας Πιζάνης, υποκινούμενος από τον θεολόγο του, λατίνο ιερέα Φραγκίσκο Φραγγιπάνη, θέλησε να ιδρύσει ειδικό θυσιαστήριο (αλτάριο) στον Ναό του Άγιου, δια να τελείται καθ’ εκάστη και λατινική Λειτουργία, και ν’ αποδώσει κατ’ αυτό τον τρόπο ευχαριστίες στον Θεό και τον Άγιο για την σωτηρία της πόλεως από τους Τούρκους, γενομένη κατά το έτος 1716. Η απόφαση του Βενετού άρχοντος καταλύπησε τους ορθοδόξους, οι οποίοι παρακαλούσαν τον ηγεμόνα να μη πραγματοποίηση αυτήν. Ο Άγιος επί δύο φοράς κατά συνέχεια φανερώθηκε στον ύπνο του Πιζάνη και τον συμβούλευσε να ματαίωση την απόφαση. Ο άρχων ταράχθηκε, αλλά ο θεολόγος του τον καθησύχασε και του είπε, ότι το όνειρο ήταν έργο του διαβόλου, ο οποίος θέλει να τον αποτρέψει από ένα έργο θεάρεστο. Ενθαρρυνθείς ο Πιζάνης διέταξε την μεταφορά του υλικού στον Ναό και μετέβη και εκείνος, για να προσκυνήσει αλλά και, συνοδευόμενος από τους μηχανικούς και την ακολουθία του, να συζητήσει τα της εργασίας. Τότε οι ιερείς του Ναού ταπεινότατα και με δάκρυα προσπάθησαν να τον μεταπείσουν, ματαίως όμως. Εκείνος οργίσθηκε και τους απείλησε ότι θα τους στείλει στις τρομερές φυλακές της Βενετίας. Ήταν η 11η Νοεμβρίου 1718. Κατά το μεσονύκτιο ξέσπασε τρομακτική θύελλα με αλλεπάλληλους κεραυνούς. Τότε ο φρουρός της πυριτιδαποθήκης του παλαιού φρουρίου, είδε ένα γέροντα μοναχό, ο οποίος κρατούσε αναμμένο δαυλό. Με επιμονή τον ρώτησε ποιος είναι, τέλος έλαβε την απάντηση, «ἐγὼ εἶμαι ὁ Σπυρίδων». Ευθύς αμέσως εξερράγη η πυριτιδαποθήκη, ένεκα δε της φοβέρας αυτής εκρήξεως πολλά οικήματα κατεδαφίστηκαν, πολλοί δε των ευρισκομένων στο φρούριο φονεύτηκαν, μεταξύ δε τούτων ήταν ο Πιζάνης και ο θεολόγος του. Το τρομακτικό τούτο γεγονός ήλθαν να συμπληρώσουν και δύο άλλα. Στον Ναό του Αγίου κρέμονταν, και μέχρι σήμερα κρέμεται, μεγάλη κανδήλα την οποία είχε αφιερώσει κατά το προηγούμενο έτος 1717 ο ηγεμόνας μαζί με τους Βενετούς αριστοκράτες. Η κανδήλα έπεσε και παραμορφώθηκε στην βάση της, την στιγμή της εκρήξεως, ενώ καμία άλλη κανδήλα, από τόσες οι οποίες κρέμονται έπαθε το παραμικρό. Την ίδια στιγμή, 6πως εξακριβώθηκε αργότερα, έπεσε κεραυνός στην οικία του Πιζάνη, στην Βενετία και έκαψε την προσωπογραφία του, χωρίς να πειράξει άλλο τι. 


Η δαιμονισμένη

Καθώς αναφέρει ο Νικηφόρος ο Θεοτόκης («Λόγος περὶ ἀρετῆς», εκδ. Λειψίας 1766), την Κυριακή των Βαΐων και όση ώρα το ιερό Λείψανο του Σπυρίδωνος λιτανεύονταν έφεραν μία δαιμονιζόμενη γυναίκα, «ἥτις ἄφριζε καὶ ἔτριζε τοὺς ὀδόντας αὐτῆς· καὶ μολονότι αὕτη ἦτο χεῖρας καὶ πόδας δεδεμένη, μόλις δύο ἢ τρεῖς ἄνθρὼποι ἠδύναντὸ νὰ ἐμποδίσωσι τὴν ὁρμὴν τῶν κινημάτων αὐτῆς. Τὸ πρόσωπον της δὲν εἶχε μορφὴν ἀνθρώπου· ἠ φωνὴ αὐτῆς ἦτον ἠλλοιωμένη καὶ διάφορος· διότι πότε μὲν ὡς βοῦς ἐμύκιζε, πότε δὲ ὡς σκύλαξ ὑλὰκτει καὶ ἄλλοτε ὡς μικρὸν βρέφος ἐκλαυθμύριζεν». Αφού την ξάπλωσαν στη γη και πέρασε επάνω της τρεις το σεπτό Σκήνωμα, θεραπεύθηκε και με δάκρυα ευγνωμοσύνης έπεσε και προσκύνησε τα πόδια του θαυματουργού Άγιου.


Ο Γερμανός Παράλυτος

Το έτος 1769 θεράπευσε ο ιερός Σπυρίδων Γερμανό στρατιώτη παραλυτικό, ο οποίος θερμά επικαλέστηκε την βοήθειά του. Το γεγονός προκάλεσε μεγάλο θόρυβο στον λαό απ’ αυτόν δε τον θόρυβο και από τις κωδονοκρουσίες των Ναών πληροφορήθηκε το γεγονός και ο Γεν. Προνοητής της θαλάσσης (Proveditor generale da mar) Ανδρέας Δόνας (1767-1769). Αυτός αφού επιβεβαίωσε τις φήμες δια της μαρτυρίας των ιατρών, πορεύθηκε στο Ναό του Άγιου, όπου τελέστηκε ευχαριστήριος τελετή.


Η πανώλη στην Κέρκυρα

Κατά το έτος 1855 νέος κίνδυνος απείλησε την Κέρκυρα. Περί τον Οκτώβριο μήνα του έτους εκείνου, η μαστίζουσα την Εύρώπη χολέρα προσέβαλε και την Κέρκυρα, το δε πρώτον κρούσμα φανερώθηκε στο προάστιο Μανδούκι. Τρόμος μέγας κατέλαβε τους κατοίκους, οι όποιοι έτρεξαν και με δάκρυα θερμά ζήτησαν βοήθεια του προστάτη Αγίου. Και πάλι ο Σπυρίδων έσωσε τον λαό του. Τα κρούσματα, τα οποία σημειώθηκαν ήσαν πολύ ολίγα και οι θάνατοι ελάχιστοι, εν συγκρίσει με τις άλλες πόλεις. Αξίζει στο σημείο τούτο να προστεθεί, ότι ειδικά συστημένη επιτροπή, σε ανακοίνωσή της, της 16 Ιανουαρίου 1856 προς τον Άγγλο Αρμοστή Ι. Υούγγ, «ἀπορεῖ πῶς ἡ νόσος δὲν ἐξεπεραίωσε τὸ ἔργον της καταστροφῆς της, καὶ ἀποδίδει εἰς τὴν Θείαν ἀντίληψιν τὸ ἥπιον καὶ τὴν ταχεῖαν αὐτῆς παῦσιν». Στην Λιτανεία της πρώτης Κυριακής του Νοεμβρίου του έτους εκείνου, ο λαός γονυπετών και μετά του Ιερού Κλήρου δεόμενος, παρουσίασε θέαμα εξαιρετικώς συγκινητικό. Μετ’ ολίγο τα κρούσματα λιγόστεψαν και την ενδεκάτη Δεκεμβρίου έπαυσαν τελείως. Ο Μητροπολίτης Κερκύρας Αθανάσιος ο Πολίτης (1848-1870) συνέταξε ευχαριστία προς τον Ύψιστο, η οποία αναπέμφθηκε σε όλους τους Ναούς, εν μέσω βαθύτατης συγκινήσεως.


Η Βασίλω

Την 13 Ιουνίου του έτους 1853, η Βασίλω σύζυγος Ιωάννου Ανδρέου εκ Βούνου της Χειμάρας, μετέβη εις το ορός Λογαρά, δύο ημέρας μακράν από το χωρίο της, δια να συλλέξει ξύλο ειδικό για φωτισμό, χρησιμοποιούμενο υπό των ηπειρωτών ως δάδα. Εκ του όρους επέστρεψε την 16. Ως ήταν κατάκοπη και ιδρωμένη λούστηκε με ψυχρό νερό. Αμέσως όμως κατέστησαν άχρηστα το αριστερό χέρι και το πόδι της. Από της ημέρας εκείνης και επί δυο έτη υπεβλήθη σε κάθε δυνατή θεραπεία, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Η ασθένεια της είχε ως αποτέλεσμα και το διαζύγιο, το όποιον ζήτησε και έλαβε ο σύζυγος της. Αλλά και αυτοί οι στενοί συγγενείς της άρχισαν να δυσανασχετούν δια την ενόχληση την οποίαν τους έδιδε η ανάπηρος. Μόνη ελπίς της απέμεινε ο Θεός και οι Άγιοι Αυτού, και μετά συντριβής και μετανοίας προσεύχονταν και παρακαλούσε για την σωτηρία της. Τον Δεκέμβριο του έτους 1855 είδε στον ύπνο της ένα Κληρικό, ο όποιος της πάτησε το άχρηστο πόδι και της είπε «μὴ γράψῃς πρὸς τὸν ἐν Κερκύρᾳ αὐτάδελφόν σου, ὡς κατὰ νοῦν ἔχεις, ἀλλ' αὐτοπροσώπως ἐλθέ». Κατάπληκτη τον ρώτησε· «ποιὸς εἶσαι σύ»; εκείνος δε της απάντησε «ὁ Ἅγιος ἐγὼ εἶμαι, τὸν ὁποῖον τόσες φορὲς ἐπεκαλέσθης». Ξύπνησε έντρομη η Βασίλω και διηγήθηκε το όνειρό στους συγγενείς της, αμέσως δε έλαβαν απόφαση να την μεταφέρουν στον Ναό του ιερού Σπυρίδωνος, στην Κέρκυρα. Ο τρόπος της μεταφοράς της ήταν εξαιρετικά δύσκολος και η κατάσταση στην οποία βρίσκονταν προκαλούσε την φρίκη. Μετεφέρθηκε μέχρι της ιεράς Λάρνακας του αγίου Λειψάνου, οπού έμεινε επί τρεις νύκτας. Κατά την δεύτερη νύκτα και περί το μεσονύκτιο κάλεσε τον Εφημέριο του Ναού και με αγαλλίαση του ανάγγειλε ότι θεραπεύθηκε από του Αγίου, ότι θερμάνθηκαν τα ξηρά μέλη της και δεν μπορεί να κινηθεί. Ακολούθως εξομολογήθηκε και την επόμενη πρωία βάδισε μόνη της, τελείως υγιής, προς την Ωραία Πύλη και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. 


Ο τύφος του παιδιού

Θα ήταν παράλειψη εάν στην μικρή αυτή σύνοψη ολίγων από τα άπειρα θαύματα του ιερότατου Σπυρίδωνος, δεν αναφέρονταν και το έξης καταπληκτικό. Εις την πόλη της νοτίου Ιταλίας Βαρλέττας διέμενε η ορθόδοξος ελληνική οικογένεια του Σπυρίδωνος Πάλλιου. Κατά τις αρχές του Νοεμβρίου του έτους 1861, ο οκταετής μονάκριβος υιός της οικογένειας Ιωάννης Σ. Πάλλιος, προσβλήθηκε από τυφοειδή πυρετό βαρύτατης μορφής. Μετά ένδεκα ημέρες από της αρχής της ασθενείας, και παρά τις προσπάθειας των ιατρών, ο μικρός Ιωάννης έφτασε σε απελπιστική κατάσταση. Η μητέρα του, η οποία καθ’ όλο το διάστημα της ασθενείας δεν έπαψε να ικετεύει τον Άγιο δια την σωτηρία του παιδιού της, παράγγειλε αιφνιδίως να τηλεγραφεί στους συγγενείς της, στην Κέρκυρα, ν’ ανοίξουν την ιερά Λάρνακα του σεπτού Λειψάνου και να κάμουν δέηση διά τον μικρό ασθενή, διότι, καθώς είπε, ήταν βεβαία, ότι ο Άγιος θα θεράπευε το παιδί της. Η επιθυμία της πραγματοποιήθηκε, την ώρα δε όπου γίνονταν η παράκληση στον Άγιο, ο ασθενής κατελήφθη από σπασμούς, τους οποίους οι ιατροί απέδωσαν στην τελευταία απόπειρα της ζωής. Έπειτα από ολίγον όμως ο παροξυσμός πέρασε και ο μικρός άνοιξε τα μάτια και γενικώς ανέκτησε όλα τα σημεία της ζωής προς κατάπληξη των ιατρών. Τέλος, μετά από την σχετική ανάρρωση, έγινε τελείως καλά την 11 Δεκεμβρίου, παραμονή της μνήμης του Αγίου Σπυρίδωνα.


Ο ασεβής αστυνομικός

Την 12 Φεβρουαρίου 1935 ο μαθητής της Αστυνομικής Σχολής Κερκύρας Χρίστος Διαμαντούδης του Θεοχάρους, από την Αρναία της Χαλκιδικής, ευρισκόμενος με ομάδα συμμαθητών του στο καφενείο του Σπυρίδωνος Τριβυζά, και ακούγοντας τον καφεπώλη, ο οποίος διηγείτο τα θαύματα του Αγίου, έδειξε απιστία και ανευλάβεια προς τον Άγιο. Αμέσως αισθάνθηκε τις δυνάμεις του να παραλύουν, ταυτοχρόνως δε ακουστήκαν δύο ισχυρά κτυπήματα, ωσάν να ρίπτονταν πέτρες. Διακόπηκε η συζήτηση χωρίς όμως να περάσει η ταραχή του Διαμαντούδη. Κατά την ώρα της μελέτης περιφέρονταν στους διαδρόμους της Σχολής, εις παρατήρηση δε του αρχιφύλακας Χ. Κομνηνού, διηγήθηκε σε αυτόν τα συμβάντα. Ο αρχιφύλακας του συνέστησε να ζήτηση συγνώμη από τον Άγιο. Έπειτα από μία ταραγμένη και κρίσιμη νύκτα, πείσθηκε ο Διαμαντούδης από τον φίλο του Χρίστο Τσάτσαρη, να μεταβούν μαζί στον Άγιο. Μόλις έφθασαν στην είσοδο της κρύπτης του Αγίου, αισθάνθηκε ο Διαμαντούδης δύναμη υπεράνθρωπη να τον σπρώχνει προς τα έξω, άκουγε δε συγχρόνως θορύβους από τό μέρος της ιεράς Λάρνακας -καθώς διηγήθηκε ο ίδιος αργότερα. Τότε ο Εφημέριος του Ναού τον στήριξε και τον οδήγησε στην Λάρνακα του Αγίου, και διάβασε υπέρ αυτού παράκληση. Την νύκτα πέρασε με σχετική ηρεμία, κατά δε τις πρωϊνές ώρας αποκοιμήθηκε και είδε στον ύπνο του τον άγιο Σπυρίδωνα, να τον κοιτάζει με ιλαρότητα. Την επόμενη, πλήρης μετανοίας ο Διαμαντούδης, μετέβη και προσκύνησε τον Άγιο, η δε υγεία του αποκαταστάθηκε οριστικά, χωρίς επέμβαση ιατρών. 


Ο μικρός τραυματίας

Εις το Μάριεμπαντ της Αυστρίας παραθέριζε, το θέρος του 1937, η οικογένεια των εκ Τεργέστης ομογενών Αφεντούλη. Μία ημέρα ο δεκαετής υιός τους, μαζί με ένα φίλο του, βγήκε από την θύρα του κήπου του ξενοδοχείου των διά να περάσει εις την απέναντι πλευρά του δρόμου, ήταν σακχαροπλαστείο. Έτρεχε δε και δεν πρόσεξε ότι έρχονταν το αυτοκίνητο με μεγάλη ταχύτητα. Ο οδηγός δεν μπόρεσε να σταματήσει, χτύπησε τον μικρό, πέρασε επάνω του και έφυγε. Εις το νοσοκομείο όπου μετεφέρθηκε ο μικρός τραυματίας, διαπιστώθηκε κάταγμα του μετωπιαίου οστού με έκχυση εγκεφαλικής ουσίας. Η διάγνωση διάσημων κρανιολόγων, οι όποιοι εκλήθησαν από την οικογένεια, ήταν απελπιστική. Η εκ μητρός μάμμη, Μαρία σύζ. Σπυρ. Μάρμορα, Κερκυραία, η οποία λυπήθηκε μέχρι παραφροσύνης, παρήγγειλε τηλεγραφικώς εις την Κέρκυρα ν’ ανοίξει η Λάρνακα του Αγίου και να γίνει παράκληση για την σωτηρία του εγγονού της. Το εσπέρας, την ώρα της παρακλήσεως, ο μέχρι τότε εν αφασία μικρός, άνοιξε τα μάτια, ψέλλισε λίγες λέξεις και άπλωσε στην μητέρα του τα χέρια. Οι παρακολουθούντες ιατροί έμειναν έκπληκτοι, ο δε μικρός έπειτα από σύντομη ανάρρωση έγινε τελείως καλά. 


Η δαιμονισμένη & οι βλασφημίες

Την 11 Δεκεμβρίου του έτους 1938, θεράπευσε ο Άγιος την Κωνσταντίνα σύζυγο Παναγιώτου Τεμπονέρα, από το Καταστάριο της Ζακύνθου. Αυτή προσβλήθηκε από πονηρό πνεύμα κατά την νύκτα της 20 Ιουλίου 1938, όταν ξύπνησε από τις φωνές του υιού της, ο όποιος βλασφημούσε το όνομα του Χριστού. 


Το υποβρύχιο & οι ναυαγοί

Την 12 Οκτωβρίου 1939, το ατμόπλοιο «Ἀρης» βλήθηκε βορείως της Ιρλανδίας από γερμανικό υποβρύχιο. Το πλήρωμα διασώθηκε επιβιβάσθηκε εις δύο λέμβους, οι οποίες δέθηκαν μεταξύ τους για να έχουν κοινή τύχη, και αφέθηκαν στο έλεος του Θεού, εις το μέσον του Ατλαντικού. Ο εκ των ναυαγών ασυρματιστής Γεώργιος Κόκκινος, από την Κέρκυρα, στην τραγική κατάσταση την οποίαν ευρέθησαν, σκέφθηκε ν’ αναθέσει τις ελπίδες του στην προστασία του Αγίου Σπυρίδωνος, διά τούτο άρχισε να τον επικαλείται. Η βοήθεια του θαυματουργού Αγίου δεν άργησε να φανεί. Την επομένη, 13 Οκτωβρίου, στις 4.25΄΄ το απόγευμα διεγράφη στο βορειοανατολικό μέρος του ορίζοντα η μορφή του Αγίου. Κατά δε το μεσονύκτιο φάνηκαν στα βορειοδυτικά του ορίζοντα εν, δύο, έπειτα περισσότερα φώτα. Οι ναυαγοί τα θεώρησαν αλιευτικά και έριξαν φωτοβολίδες για να δηλώσουν την ύπαρξη των και να επιτύχουν την σωτηρία, αλλά δεν έλαβαν καμία απάντηση, έως ότου έσβησαν. Το γεγονός προκάλεσε αγανάκτηση, ακόμη και έκτροπες σε βλασφημία εκ μέρους των ασθενών κατά την πίστη. Ο Γ. Κόκκινος δεν έπαψε όμως να τους συνιστά υπομονή και ελπίδα στον Θεό, τους προέτρεψε δε να κωπηλατήσουν προς το μέρος όπου είχαν φανεί τα φώτα. Τις πρώτες ώρας της επόμενης ήλθε η βοήθεια του Θεού διά της μεσιτείας του Αγίου. Στις 4.25΄΄ το πρωί επιβιβάζονταν στο Δανικό ατμόπλοιο «Σικελία». Του θαύματος τούτου ανάμνηση αποτελούν δύο μικρές βάρκες αργυρές, μέσα σε κρυστάλλινη θήκη, η οποία ευρίσκεται εις τον νάρθηκα του Ναού, αφιέρωμα των διασωθέντων ναυαγών.


Η ψυχοπαθής, η δαιμονισμένη & ο βωβός εξ γενετής

Την 12 Ιουλίου 1946, παραμονή του εορτασμού αρχαίου θαύματος του Αγίου,  θεραπεύθηκε δια θαύματος του ιερού Σπυρίδωνος, στον εορταζόμενο Ναό του, στο Σαρόκο, η ψυχοπαθής Ντίνα Ραράκου. Την δε 11 Αυγούστου του ιδίου έτους, ο θαυματουργός Άγιος θεράπευσε την βωβή και παράλυτο Αικατερίνη σύζ. Βασιλείου Υφαντή εξ Ιωαννίνων. Επίσης, την 12 Δεκεμβρίου 1947, θεραπεύθηκε υπό του Αγίου η δαιμονιζόμενη Αγγελική Χ. Παπαφλωράτου από το Αργοστόλι της Κεφαλληνίας. Το δε επόμενο έτος, 13 Δεκεμβρίου, ο ενδεκαετής, βωβός εκ γενετής Γεώργιος Κων. Δεμίρης, θεραπεύθηκε κατά την ώρα της τριπλής περιφοράς του ιερού Λειψάνου, κατά την τελετή προς εναπόθεση αυτού στην Λάρνακα, και κατά την στιγμή που διέρχονταν επάνω του το σεπτό Σκήνωμα του Αγίου. Τέλος, την 3 Απριλίου του έτους 1951, ο θαυματουργός Άγιος απέδωσε την ομιλία στην βωβή Ευθυμία Χίσα του Δονάτου από το Καστρί της Ηπείρου. 



Ελάχιστος ο αριθμός των σημειωθέντων από «τῶν θαυμάτων ταὴν πληθὺν» του ιερού Σπυρίδωνος. 

Σταγόνες από τον ποταμό των δωρεών, τις οποίες η Χάρις του Θεού επιδαψιλεύει στους ανθρώπους, δια των προσευχών του θαματουργού Ιεράρχη. 

Όσο όμως μικρός και αν είναι ο αριθμός των αναφερθέντων θαυμάτων, αρκεί δια να διαφανή απ’ αυτόν η δύναμη του Σπυρίδωνος και η θαυματουργική του χάρις, αποτέλεσμα της παναγίας ζωής και βραβείο δια τις πολλές και μεγάλες αρετές του, εφαρμογή δε του θείου λογίου «τοὺς δοξάζοντές με δοξάσω». 

Ως προς δε το πλήθος των θαυμάτων του Αγίου, περί αυτού μαρτυρούν οι αναρίθμητοι ευγνώμονες προσκυνητές, διακηρύττουν δε του λόγου το ασφαλές «μὲ ἀλαλήτους φωνὰς» οι κανδήλες και τα άλλα πολυάριθμα όσον και πολύτιμα αφιερώματα.



ΟΙ ΛΙΤΑΝΕΥΣΕΙΣ & ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ

Η ιστορία της Κερκύρας και η ζωή αυτής είναι αδιαρρήκτως συνδεδεμένη προς το σεπτό Σκήνωμα του ιερού Σπυρίδωνος, απ6 της πρώτης ήδη στιγμής, κατά την οποίαν μετεφέρθηκε τούτο στην νήσο. Και τούτο όχι μόνον ένεκα της τιμής και της εύνοιας εκ μέρους του Θεού, της οποίας αξιώθηκε η Κέρκυρα, να γίνει ο τόπος της αποθησαυρίσεως του ιερού τούτου Λειψάνου, άλλα κυρίως ένεκα της ζώσης παρουσίας του θαυματουργού Ιεράρχη στην ζωή της νήσου. Σε όλες τις κρίσιμες στιγμές αυτής της ζωής ο Σπυρίδων υπήρξε ο πρωταγωνιστής, ο προστάτης, ο σωτήρας. Υπήρξε και υπάρχει, όπως εύστοχα λέγει ο υμνογράφος του· των «Κερκυραίων προασπιστὴς πολυθρύλλητος». Πηγή θαυμάτων ανεξάντλητος ο Άγιος, όχι μόνον δια τα άτομα, αλλά και δια το σύνολο, δια τον λαό του. Τα πρώτα έτη από της εις την Κέρκυρα μετακομιδή του Σκηνώματος του, σώζει την νήσο από τον λοιμό. Κατά το έτος 1537 η Κέρκυρα δοκιμάζεται τρομερά κάτω από την ανηλεή βαρβαρότητα του εξωμότη Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα και την κρίσιμη αυτήν στιγμή, όταν φαίνεται βέβαιος πλέον ο ολοκληρωτικός αφανισμός, επεμβαίνει ο Άγιος θαυματουργικά και αποτρέπει τον όλεθρο. Αλλά και άλλοτε, σε χρόνο άγνωστο επακριβώς, σώζει την νήσο από τον λιμό. Κατά τα έτη 1629 - 1630 και 1673 η πανώλης αφανίζει λαό πολύ σε ολόκληρη την Ευρώπη. Από τις επιδημίας, ως ήταν φυσικό, προσβάλλεται και η Κέρκυρα, αλλά ο Άγιος δεν επιτρέπει στην τρομακτική νόσο να ολοκληρώσει το απαίσιο έργο της, διότι επεμβαίνει εγκαίρως και θαυματουργικά απομακρύνει τον έσχατο κίνδυνο από την νήσο. Το έτος 1716 οι Τούρκοι επέρχονται και πάλι εναντίον της Κερκύρας. Ο κίνδυνος και αυτήν την φοράν είναι μεγάλος άλλα και πάλι ο θαυματουργός Σπυρίδων σώζει τον λαό του. Την 28η Οκτωβρίου 1940 κηρύχθηκε, ως είναι γνωστό ο ελληνοϊταλικός πόλεμος. Από της πρωίας της 1ης Νοεμβρίου μέχρι της ημέρας της καταλήψεως της Κερκύρας υπό των ιταλικών στρατευμάτων (28 Απριλίου 1941), η πόλις βομβαρδίσθηκε ανηλεώς υπό της ιταλικής αεροπορίας. Τα θύματα των ιταλικών βομβαρδισμών, συγκρινόμενα προς τον αριθμό των επιδρομών, ήσαν ελάχιστα. Τούτο οφείλεται ιδιαιτέρως εις το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός βομβών έπεσε στην θάλασσαν. Το γεγονός αποδόθηκε από τον ευσεβή λαό, και δικαίως, εις την προστασία του θαυματουργού Αγίου, ο οποίος δια μία ακόμη φοράν έσωσε τον λαό του. Κατά την διάρκεια των ιταλικών βομβαρδισμών, όπως και των γερμανικών και των συμμαχικών τοιούτων, ο ναός του αγίου Σπυρίδωνος είχε μεταβληεί σε καταφύγιο. Κάτω από την αδύναμη ξύλινη στέγη του Ναού, αλλά και υπό την ακαταμάχητη σκεπή και προστασία του Αγίου, κατέφυγαν κατατρεγμένοι και κινδυνεύοντες τον έσχατο κίνδυνο οι Κερκυραίοι και ζήτησαν την σωτηρία.

Ανάλογη προς την προστασία του Αγίου υπήρξε απ’ αρχής και η ευσέβεια και η πεποίθηση των Κερκυραίων, προς τον ιερόν Σπυρίδωνα. Χαρακτηριστική, δια την αφοσίωση των Κερκυραίων στο ιερό Λείψανο, είναι η φράση ξένου ταξιδιώτη «ὁπόταν ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ἐξήρχετο τῆς λειψανοθήκης του (ἐννοεί τᾶς Λιτανείας) ὅλη ἡ νῆσος ἐχόρευε». Ενδεικτικό της ευλάβειας των Κερκυραίων προς τον Άγιο είναι και το έξης γεγονός. Περί το έτος 1797 ο λαός της Κερκύρας ενθουσιωδώς υποδέχθηκε τους Δημοκρατικούς Γάλλους ως ελευθερωτές. Εν τούτοις ο ίδιος λαός δεν δίστασε, μετά πάροδο δύο μόλις ετών, να σύμπραξη με τους Ρώσσους διά την αποπομπή των Γάλλων. Εις τούτο συντέλεσε κυρίως ο χλευασμός και η ασέβεια των Γάλλων προς το ιερό Λείψανο. Προκαλούσε φρίκη στον ευσεβή κερκυραϊκό λαό η ασεβής συμπεριφορά των ξένων, τους όποιους έβλεπαν «νὰ χλευάζωσι τὰς θρησκευτικάς των πεποιθήσεις καὶ τὴν λατρείαν των. Καὶ αὐτοὶ οὗτοι οἱ ἀρχηγοί,... δὲν ἔπαυον τοὺς σαρκασμούς διὰ τὴν εὐλάβειάν των (τῶν Κερκυραίων) πρὸς τὸν «παλαιὸν σκελετὸν» τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος». 

Έκφραση της ευγνωμοσύνης των Κερκυραίων προς τον Άγιο Σπυρίδωνα, δια τις πολλές ευεργεσίας του, είναι η καθιέρωση των Λιτανειών του σεπτού αυτού Λειψάνου, τέσσερις φορές κατά την διάρκεια του έτους και σε ανάμνηση τεσσάρων μεγάλων αυτού θαυμάτων.
Κατά τα πρώτα έτη της λιτανεύσεως αυτού το ιερό Λείψανο, ακάλυπτο φέροταν στην αγκαλιά ενός μόνου ιερέως. Τούτο γίνονταν μέχρι το έτος 1605, οπότε ο Πρωτοπαπάς Αρτέμιος Βούλγαρης (1605-1608) «ἔκρινεν ἀπρεπὲς» τούτο, και με δαπάνη δε του Κυπρίου Θωμά Μοτζάνεγα, κατασκευάσθηκε στη Βενετία η πρώτη λάρνακα («κρυσταλλίνη θήκη») του ιερού Λειψάνου. Από έγγραφο σχετικό με την Λιτανεία των Βαΐων (1630), το όποιον καταχωρείται στον οικείο τόπο, γνωρίζουμε ότι κατά τον ΙΖ΄ αιώνα στις Λιτανείες λάμβαναν μέρος, υποχρεωτικώς και επί ποινή προστίμου είκοσι δουκάτων υπέρ του Ναού του Άγιου, τα λάβαρα (αγιόγραφα) των Ναών, οι συντεχνίες των ραπτών και των υποδηματοποιών με τα λάβαρα των, οι αδελφότητες της Υ.Θ. Σπηλαιωτίσσης και της Υ.Θ. Αντιβουνιωτίσσης, και ο Κλήρος με επί κεφαλής τον Πρωτόπαπα. Κατά την εποχή της ενετοκρατίας στις Λιτανείες παρευρίσκονταν, εκτός των εγχωρίων αρχών, και οι βενετοί άρχοντες, ενίοτε δε και ο Λατινεπίσκοπος και ο Κλήρος του «κατὰ τὴν θέλησιν αὐτῶν ὡς ἰδιῶται». Επίσης «κατὰ τὴν διάρκειαν τῶν ἐκάστοτε τελουμένων λιτανειῶν τοῦ Ἁγίου, τὰ μὲν πλοῖα τοῦ Ἑνετικοῦ στόλου, μετακινούμενα ἐκ τοῦ λιμένος Γουβίου, ἔνθα ἠγκυροβολημένα διεχείμαζον, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, ἐν καιρῲ ἐιρήνης προέβαινον μέχρι τοῦ παλαιοῦ φρουρίου, ὡς συνοδεία, οὕτως εἰπεῖν, τῆς Λιτανείας καὶ πολὺ πλησίον τῶν τειχῶν τῆς πόλεως διερχόμενα, ἐπυροβόλουν συγχρόνως μετὰ πάντων τῶν φρουρίων. Ὁ δὲ στρατός τῆς ξηρᾶς παρατασσόμενος ἐν τῇ πλατείᾳ ἀπέδιδεν ἐπίσης διὰ πυροβολισμῶν τὰς προσηκούσας εἰς τὸν Ἁγιον τιμάςς». Την Κυριακή των Βαΐων 1796 «τὸ σκῆνος τοῦ πάτρονος τῆς νήσου, ὀρθόν ἐντὸς τῆς ὑαλίνης, μὲ γωνίας ἐξ ἐβένου, λειψανοθήκης του περιήγετο ἐπισήμως διὰ μέσου ὅλης τῆς πόλεως, ἐνῷ οἱ κώδωνες ἐσήμαινον ἠχηρῶς, τὰ πυροβόλα τοῦ παλαιοῦ φρουρίου ἀπήντων δι’ ὁμοβροντιῶν, οἱ στρατιῶται ἔρριπτον τοὺς μουσκετισμούς των καὶ αἱ γαλέραι καὶ αἱ γαλιόται, σημαιοστόλιστοι, ἡκολούθουν τὴν συνοδείαν κατὰ μῆκος τῆς παραλίας· οἱ ἀσθενεῖς ἀθρόοι ἤρχοντο νὰ ριφθῶσιν ὑπὸ τὴν λειψανοθήκην, μερικοὶ τῶν ὁποίων κατελαμβάνοντο ὑπ’ σπασμῶν, γεγονὸς ὅπερ ἐπέφερεν ἀσφαλῶς ὀλίγην σύγχυσιν εἰς τὴν τάξιν τῆς τελετῆς, ἀλλ’ ὑπέκαιε ταὐτοχρόνως τὸν εὐλαβῆ ἐνθουσιασμὸν τῶν παρεστώτων». Σήμερα στην ιερή πομπή, η οποία σχηματίζεται οσάκις λιτανεύεται το σεπτό Σκήνωμα, λαμβάνουν μέρος, εκτός από τον ιερό Κλήρο της Κερκύρας, με επί κεφαλής τον Μητροπολίτη, αντιπροσωπείες των σχολείων Μ. Εκπαιδεύσεως, τα σώματα των Προσκόπων και των φιλαρμονικών της πόλεως και της υπαίθρου και αντιπροσωπείες των Ένοπλων Δυνάμεων. Την τιμητικότερη θέση στην ιερή πομπή κατέχει, ως είναι φυσικό, το άγιο Λείψανο, φερόμενο υπό τεσσάρων Ιερέων, υπό την σκεπή πολυτελούς χρυσοΰφαντης ουρανίας (baldacino). Στην συνέχεια παρατίθενται αναλυτικότερα τα σχετικά προς εκάστη των Λιτανειών.


1. Η Λιτανεία του Μ. Σαββάτου

Είναι η αρχαιότερα όλων των Λιτανειών, καθιερώθηκε δε εις ανάμνηση θαύματος, δια του οποίου Άγιος έσωσε τον λαό της Κερκύρας από μεγάλη σιτοδεία. Η διήγηση των θαυμάτων του Αγίου με τους έξης λόγους αναγράφει το γεγονός: «Τὸ πάλαι ποτέ, εἰς τὴν τῶν Κερκυραίων νῆσον στερουμένην τῶν πρὸς τὸ ζῇν ἀναγκαίων, καὶ κατακεκυριευμένην ἀπὸ βιαίαν πεῖναν, ὁ ἅγιος ἐχάρισε διὰ πλοίων, σίτους, ἐπιφανεὶς εἰς τοὺς πλοιάρχους καὶ προμηνύσας εἰς τούτους τὴν τῆς νήσου ἀνάγκην, κατὰ τὸ ἅγιον μέγα Σάββατον· διὰ τοῦτο λαμπρὸν καὶ τερπνὸν ἐτελέσθη τὸ τότε Πάσχα εἰς τὴν πρώην τεθλιμμένην νῆσον, μὲ τὴν τοῦ ἁγίου προμήθειαν». Φανερώθηκε δηλαδή ο Άγιος εις τον ύπνο των πλοιάρχων εμπορικών πλοίων, τα οποία παράπλεαν την Κέρκυρα και τους ζήτησε να μεταφέρουν εις αυτήν τα φορτία του σίτου, τα όποια μετέφεραν αλλού. Οι πλοίαρχοι υπάκουσαν εις την υπόδειξη του Αγίου, και η Κέρκυρα σώθηκε από τον λιμό.

Δεν είναι γνωστό το έτος της τελέσεως του θαύματος, τότε της καθιερώσεως της Λιτανείας. Η παράδοση θέλει την Λιτανεία αυτή ως την πλέον παλαιά από όλες, όπως ήδη σημειώθηκε. Την 27η Απριλίου 1753 ο Γενικός Προβλεπτής της Ανατολής Αντώνιος Λορεδάνος επικύρωσε με διαταγή του την αρχαία αυτή Λιτανεία, την επικύρωση δε του Προβλεπτού επιδοκίμασε δια θεσπίσματός της η Βενετική Γερουσία (1 Ιουνίου 1753). Ίσως η Λιτανεία να τελέσθηκε δια πρώτη φορά κάποιο Μ. Σάββατον προ του έτους 1553, κατά το όποιον αποφάσισε η Βενετική Κυβέρνησης «μετὰ τὴν δεινὴν σιτοδείαν τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, νὰ συστήσῃ δημοσίας Σιταποθήκας». 

Αξίζει εις το σημείο αυτό να αναφερθεί ότι κατά την Λιτανεία του Μ. Σαββάτου μαζί με το σεπτό Σκήνωμα του Αγίου λιτανεύεται και το ιερό Κουβούκλιο του Επιταφίου. Τούτο οφείλεται εις το έξης γεγονός. Κατά την διάρκεια της Βενετικής κατοχής της Κερκύρας (1386-1797) η Ορθόδοξος Εκκλησία υπέστη πολλές ταπεινώσεις. Μεταξύ τούτων ήταν και η κατόπιν Αποφάσεως της Βενετικής Γερουσίας (1574), απαγόρευση των Λιτανειών των ορθοδόξων κατά τις ημέρες, της οποίας τελούσαν αυτές οι λατίνοι· υποχρεώνονταν δε ο ορθόδοξος ιερός Κλήρος να λαμβάνει επίσημα μέρος στις τελετές των Λατίνων. Εξ αιτίας αυτής της αποφάσεως οι ορθόδοξοι περιέφεραν τον Επιτάφιο τους όχι το εσπέρας της Μ. Παρασκευής, άλλα το πρωί του Μ. Σαββάτου. Τούτο εξακολούθησε να γίνεται μέχρι το έτος 1799, όποτε η Ορθόδοξος Εκκλησία της Κερκύρας απέλαβε πλήρη ελευθερία, διατηρήθηκε όμως, ως έθιμο πλέον για τον Επιτάφιο του Ναού του άγιου Σπυρίδωνος.

Η ιερά πομπή της Λιτανείας του Μ. Σαββάτου, διακρινόμενη ιδιαιτέρως διά την επιβλητικότητα της, εξέρχεται από τον Ναό την 9ην πρωϊνή, μετά δε την επιστροφή της εις αυτόν, το σεπτό Λείψανο εκτίθεται εις νυχθημερινό προσκύνημα μέχρι του απογεύματος της Τρίτης της Διακαινησίμου εβδομάδος.


2. Η Λιτανεία της Κυριακής των Βαΐων

Το φθινόπωρο του έτους 1629 η πανώλης μάστιζε την Ιταλία. Καθώς ήταν επόμενο, η τρομακτική νόσος μεταδόθηκε και στην Κέρκυρα, κατά τις τελευταίες ημέρας του έτους εκείνου. Ο κερκυραίος ιστορικός Ανδρέας Μάρμορας (1618-1684 ή 1688), ο οποίος, καίτοι εις παιδική ηλικία υπήρξε αυτόπτης μάρτυς της τραγικής καταστάσεως, ως εξής αφηγείται τα γεγονότα: «... Κατά την νύκτα των Χριστουγέννων εις τέσσερα μέρη της πόλεως ανακαλύφτηκαν σημεία πανώλης, με κίνδυνο, ένεκα της πυκνότητας του λαού, να μολυνθεί η νήσος ολόκληρος, διότι μέσα από τα τείχη δεν ήσαν μόνον οι κάτοικοι της πόλεως, αλλά και μεγάλος αριθμός χωρικών, οι όποιοι είχαν έλθει από διάφορα χωρία εις την εορτή. Χρησιμοποιήθηκαν, διά ν’ ανακόψουν τις ρίζες του κακού μέσα μεγάλα, εν τω μεταξύ δε οι Προβλεπτές επί της Υγείας ερεύνησαν τον τρόπον, διά του οποίου θα μπορούσαν να ανακαλύψουν τον πρώτον σπόρο του κακού. Έπειτα από αυστηρές ανακρίσεις έμαθαν ότι ένας υπηρέτης του Όδηγητριανού Σαραντάρη, συναδέλφου τους, μέσα εις δύο τουρκικά μαντήλια μετέφερε το μικρόβιο εις την οικεία του Κυρίου του, από οπού η ασθένεια μετεδόθηκε στις άλλες συνοικίες. Ο υπηρέτης εκείνος είχε λάβει αυτά τα λινά μαντήλια, άγνωστο από ποιο, από ένα πλοίο ξένο, το οποίον είχε λάβει ελευθεροκοινωνία, χωρίς ουδεμία υποψία πανώλης, επειδή δε του φάνηκαν ωραία, τα δώρισε στην κυρία, εκείνη δε τα τοποθέτησε σε ένα σεντούκι μιας κόρης της, η όποια έπειτα από ολίγο καιρό πέθανε. Έτρεξαν, καθώς συνηθίζεται, οι κυρίες στην κηδεία και εναγκαλιζόμενες την μητέρα και τις άλλες συγγενείς της νεκρής κόρης, μερικές προσβλήθηκαν από την ασθένεια, η όποια πλέον απειλητική εις περισσότερα μέρη παρουσιάσθηκε. Αμέσως ο Σαραντάρης με την οικογένειά του οδηγήθηκαν στο Λαζαρέτο, και ως συνένοχος δια το κακό, αλλ’ όμως αθωότατος, έλαβε από τους συναδέλφους του, και τους δημοσίους αντιπροσώπους την εις θάνατον καταδίκη, η όποια και εκτελέστηκε, προς μεγάλη λύπη των Ευγενών, οι όποιοι σχεδόν όλοι, είχαν αυτόν ως δικηγόρο των. Τον μετέφεραν έξω από το Λαζαρέττο, και τον διέταξαν να εξομολογηθεί σε ένα κληρικό, τον όποιον είχαν οδηγήσει διά αυτό τον σκοπό με μία λέμβο, αφού δε εξομολογήθηκε τον φόνευσαν δια τυφεκισμού. Έτσι ο Σαραντάρης χωρίς υπεράσπιση, χωρίς ευσπλαγχνία, χωρίς έγκλημα έπεσε ένεκα του μίσους και όχι του σφάλματος.....

Ήταν δυνατόν ανάμεσα εις δύο υφάσματα να κρυφτεί η πανώλης, πώς όμως ο υπηρέτης δεν προσβλήθηκε πρώτος από την ασθένεια; πώς εις το πλοίο πού τα έφερε δεν φάνηκε σημείο του κακού; εγώ προσωπικά πιστεύω, ότι ο δηλητηριώδης όφις από την Ιταλία πήδησε εις την Κέρκυρα, η όποια στα ανθρώπινα μέσα προσέθεσε και τα θεία δια να τον διώξει από τα όριά της. Ο Άγιος Σπυρίδων, πού εν όσο ζούσε είχε κυριαρχία επί των όφεων μέχρι του σημείου να μετατρέπει αυτούς εις χρυσόν, παρεκλήθηκε· σε αυτόν άνδρες, γυναίκες και παιδία έτρεξαν με δάκρυα εις τους οφθαλμούς, και στεναγμούς στα χείλη, οι όποιοι έβγαιναν από την εσωτερική αφοσίωση της καρδίας. Ο Άγιος με τις προσευχές του έλαβε από τον Θεό την χάριν, η οποία με τον θάνατο εξήκοντα μόνον ανθρώπων, και όχι περισσοτέρων, φανερώθηκε την ημέρα των Βαΐων του 1630. Τα Βάϊα έφεραν την νίκη και με μία μεγαλοπρεπή λιτανεία οδηγήθηκε το Σώμα του Σπυρίδωνος εν θριάμβω· θρίαμβος δε υπήρξαν οι εορταστικές διακοσμήσεις, οι τάπητες εις τους δρόμους, οι σημαίες, οι εξέδρες, και ο τεράστιος αριθμός των ανθρώπων. Κατ’ έτος, την ημέρα αυτήν, με την ιδίαν μεγαλοπρέπεια εορτάζεται η ανάμνηση της ευεργεσίας του Ύψιστου, τη μεσιτεία του Αγίου, ο όποιος τον καιρό της επιδημίας φανερώθηκε σε πολλούς ασθενείς και τους υποσχέθηκε την υγεία. Στον Ναό του έκαμε ώστε κάθε νύκτα να φαίνεται ένα φως ως εις φανός, τον όποιον έβλεπαν οι φρουροί των Φρουρίων. Συνελλέγησαν πέντε χιλιάδες δουκάτα, ένεκα τόσων χαρίτων τα όποια καταναλώθηκαν στον εξωραϊσμό της Εκκλησίας πού περικλείει τα οστά (sic) εκείνου, ο οποίος ποτέ δεν είναι σκληρός στις ικεσίες των Κερκυραίων, ευσεβών προσκυνητών της εξαίρετου αξίας του». 

Η λιτανεία της Κυριακής των Βαΐων τελέστηκε διά πρώτη φοράν κατόπιν αιτήσεως των Συνδίκων. Εν συνεχεία οι Σύνδικοι με αναφορά των προς την «Περιφανεστάτην Κυβάρνησιν Κερκύρας», η οποία καταχωρείται εις την συνέχεια, ζήτησαν όπως καθιερωθεί διά κυβερνητικής αποφάσεως η Λιτάνευση του ιερού Σκηνώματος του Άγιου κατά την Κυριακή των Βαΐων εκάστου έτους.

«Περιφανεστᾶτη Κυβέρνησις Κερκύρας. 

Ἀφοῦ κατὰ διαταγὴν ὑμῶν, περιφανέστατοι κύριοι, ἐτελέσθη πάνδημος λιτανεία μετὰ τοῦ λειψάνου τοῦ ἐνδόξου Ἀγίου Σπυρίδωνος, τὴν παρελθοῦσαν Κυριακὴν τῶν Βαΐων, ἕνεκα τῆς πανώλους ἥτις εἶχεν ἐνσκήψει εἰς τὴν πόλιν ταύτην, καὶ θαυμασίως, διὰ τῆς χάριτος Κυρίου τοῦ Θεοῦ διὰ τῆς μεσιτεύσεως τοῦ πολυτιμωτάτου καὶ ἱερωτάτου τούτου λειψάνου τοῦ ρηθέντος Ἁγίου, ἔπαυσε, καὶ ἐν ὀλίγῳ καιρῷ ἠλευθερώθημεν· ἐπειδὴ εἶναι νῦν πρέπον νὰ ἐξακολουθῇ ἡ τέλεσις τῆς ρηθείσης λιτανείας, κατὰ πᾶν ἔτος, τὴν αὐτὴν ἡμέραν τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων, ἵνα ἐν παντὶ χρόνῳ καὶ εἰς ἕνα ἕκαστον, οἱασδήποτε ἡλικίας ὄντα καὶ ἐσόμενον, τηρηθῇ ἐν τῇ μνήμῃ τὸ μέγα θαῦμα τοῦ ηὐλογημένου τούτου Ἁγίου, καὶ ἡ ρηθεῖσα λιτανεία νὰ τελῆται μετὰ τῆς αὐτῆς μεγαλοπρεπείας, καὶ τὸ ρηθὲν ἁγιώτατον λείψανον νὰ διέρχηται τὰ μέρη τῆς πόλεως, ὡς ἐγένετο τότε, ἀρχομένης τῆς ρηθείσης λιτανείας ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας, ὅπου μέλλει νὰ τελειώσῃ· ζητοῦμεν ἡμεῖς οἱ Σύνδικοι, ἐν ὀνόματι τῆς ἐντιμοτάτης ταύτης Κοινότητος, ἀφωσιωμένῃς δούλης ὑμῶν, περιφανέστατοι κύριοι, νὰ εὐαρεστηθῆτε νὰ διατάξητε, νὰ τελῆται ἡ λιτανεία αὕτη καθ’ ὅν τρόπον ἐτελέσθη τότε, εἰς δόξαν Κυρίου τοῦ Θεοῦ, εἰς τιμὴν τοῦ ρηθέντος Ἁγίου Σπυρίδωνος, καὶ πρὸς διάσωσιν τῆς Γαληνοτάτης Πολιτείας.'

Ἵνα δὲ, κατ’ οὐδένα καιρόν, οὐδεμία τῶν ἀδελφοτήτων ἐκείνων, αἵτινες συνεκρότησαν ἤδη τὴν λιτανείαν, δυνηθῇ νὰ ἀποσυρθῇ καὶ προφασισθῇ, ν’ ἀποφανθῆτε, ὑποχρεοῦντες αὐτὰς εἰς τὴν ρηθεῖσαν λιτανείαν, κατὰ τὴν ἁγιωτάτην ἐκείνην ἡμέραν, ἐπὶ ποινῇ εἰς οἱανδήποτε τῶν αὐτῶν ἀδελφοτήτων ἥθελε παρακούσῃ, δουκάτων εἴκοσιν, ἅτινα θέλουσι ληφθῇ ἀπὸ τοῦ ἐπιτρόπου τῶν ἐκκλησιῶν, καὶ τεθῆ εἰς τὸ ταμεῖον τῶν οἰκοδομῶν τοῦ ρηθέντος Ἁγίου.

Τὸ ἁγιόγραφον τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος – Τὸ ἁγιόγραφον τῶν ραπτῶν – Τὸ ἁγιόγραφον τῶν ὑποδηματοποιῶν – Οἱ ἀδελφοὶ τῆς ἐκκλησίας τῆς Δεσποίνης ἡμῶν τῆς Σπηλαιωτίσσης. Οἱ ἀδελφοὶ τῆς Δεσποίνης ἡμῶν τῆς Ἀντιβουνιωτίσσης – Τὸ ἁγιόγραφον τοῦ Ἁγίου Νικολάου - Ὁ Αἰδεσιμώτατος Πρωτοπαπᾶς μετὰ τοῦ Κλήρου αὐτοῦ». 

Αποτέλεσμα της ανωτέρω αιτήσεως των Συνδίκων της Κερκύρας υπήρξε η εξής απόφαση των αποτελούντων την Βενετική Κυβέρνηση της Κερκύρας.

«Τῇ 21 Ἰουνίου 1630.

Ἡ περιφανέστατη Κυβέρνησις ἐδρεύουσα κτλ. Θεωρήσαντες τὴν ἀνωτέρω αἴτησιν γενομένην παρὰ τῶν ἐντιμωτάτων κυρίων Συνδίκων τῆς μεγαλοπρεποῦς ταύτης Κοινότητος, οἱ περιφανέστατοι κύριοι παρεδέχθησαν καὶ ἐπιδοκίμασαν αὐτὴν ὡς ἔχει καὶ ὑπάρχει, ἀποφαινόμενοι, ἵνα κατ’ ἔτος καὶ ἐπὶ παντὸς τελῆται ἡ λιτανεία πανδήμως καὶ μετὰ τῶν ἀδελφοτήτων, ὡς ἐν τῇ αὐτῇ αἰτήσει δηλοῦται.

Ἰωάννης Πριούλης Βάϊλος
Νικόλαος Τζάνης Σύβουλος Ἰάκωβος Μανιάτης Γραμματεὺς τῆς Διοικήσεως
Ἰάκωβος Δὰ - Ρίβας Σύμβουλος Ἀρσένιος Πολίτης Γραμμ. τῆς Κοινότητος». 

Η Λιτανεία της Κυριακής των Βαΐων έχει την μακρύτερη διαδρομή, διότι διανύει την ορίζουσα την περίμετρο της πόλεως οδό, όπου ανυψώνονταν την εποχή εκείνη τα τείχη. 
  
Ως ανακοινώθηκε προσφάτως, υπάρχει ασματική ακολουθία χειρόγραφος αναφερομένη εις το θαύμα της απαλλαγής της νήσου από της πανώλης, όπου το θαύμα τούτο αποδίδεται όχι μόνον εις τον αγ. Σπυρίδωνα, αλλά και εις τον αγ. Αθανάσιο. Τούτο μαρτυρείται και εκ της ειδήσεως: 

«ἐν τῇ δευτέρᾳ Μαΐου, ἑσπέρας ἐν τῷ Μεγάλῳ Ἑσπερινῷ ψάλλομεν τὴν ἀκολουθίαν τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν καὶ πολιούχου Ἀθανασίου Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας τοῦ Μεγάλου, διὰ τὴν ἀνακομιδὴν τοῦ Ἱεροῦ αὐτοῦ Λειψάνου κ α ὶ τ ὸ ἐ π ὶ τ ῇ λ ο ι μ ώ δ ε ι ν ό σ ῳ γ ε γ ο ν ὸ ς θ α ῦ μ α π α ρ ὰ τ ῶ ν Ἁ γ ί ω ν κ α ὶ π ο λ ι ο υ χ ῶ ν (sic) Σ π υ ρ ί δ ω ν ο ς κ α ὶ Ἀ θ α ν α σ ί ο υ». 

Τα τροπάρια της Λιτής, ποίημα Γερμανού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, συντέθηκαν, ως και άλλα πολλά τροπάρια της ακολουθίας, «κατὰ παράκλησιν καὶ αἴ'τησιν τοῦ εὐγενοῦς Κερκυραίου Νικολάου Βάραγκα». Ιδιαιτέρως αξίζει να προσεχτεί το υπόμνημα του συναξαρίου της εν λόγω φυλλάδας:

«Οὗτος (ὁ ἅγ. Ἀθανάσιος) ἦν ἐπὶ Κωνσταντίνου τοῦ μεγάλου, ἐν τῇ πρώτῃ συνόδῳ διάκονος (ὤν) τὸν Ἄρειον σοφοῖς λόγοις, καὶ γραφικαῖς ἀποδείξεσι καθελών, συγγράμματα μελισταγῆ τῇ Χριστοῦ ἐκκλησία καταλιπὼν εἰς στερέωσιν τῆς Ὀρθοδοξίας. Τελευτήσαντος δὲ Ἀλεξάνδρου Ἀλεξανδρείας ὁ Ἀθανάσιος τοῦ θρόνου διάδοχος γίνεται. Ὅσας δὲ τὰς ἐξορίας παρὰ Κωνσταντίνου διὰ τῶν αἰρετικῶν ὑπέστη ἀδύνατον γράψαι. Τεσσαράκοντα καὶ δύο χρόνους διωκόμενος καὶ ὑπὲρ τῆς πίστεως τὸν καλὸν ἀγῶνα (;) ἀνέπτη εἰς οὐρανούς. Τοῦτο τὸ ἱερὸν λείψανον εἰς τὴν Κωνσταντίνου ἀνακομισθὲν παρ’ Ἑνετικῶν (sic) ἐν τῇ λαμπρᾷ αὐτοῦ πόλει εἰσήχθη καὶ μέχρι τοῦ νῦν τερατουργῶν (sic) παρὰ τῶν ἐκεῖσε εὐσεβῶν τιμᾶται. Τούτου καὶ παλαιάν τινα εἰκόνα ἐν Κερκύρᾳ ἐν ναῷ περικαλλεῖ κειμένην, ἐν τῇ πόλει τιμᾷ, (sic) λ ο ι μ ο ῦ γ ὰ ρ φ θ ο ρ ο π ο ι ο ῦ σ ῦ ν τ ῷ θ α υ μ α σ τ ῷ Σ π υ ρ ί δ ω ν ι τ α ύ τα η ν ἔ σ ω σ ε καὶ παῖδα τινὰ Ἰωάννην ὀνόματι τοῦ τείχους, (ἐν ᾧ ὁ ρηθεῖς τοῦ ἁγίου ναὸς οἰκοδόμηται (sic) ἐκπεσόντα ἐρρύσατο. Τ ο ύ τ ο υ ἐ ν τ ῷ ν α ῷ κ α τ’ ἔ τ ο ς, ὡ ς σ υ ν ε ρ γ ά τ ο υ τ ο ῦ θ α ύ μ α τ ο ς τ ὸ ἱ ε ρ ὸ ν τ ο ῦ μ ε γ ά λ ο υ π ρ ο σ τ ά τ ο υ Σ π υ ρ ί δ ω ν ο ς λ ι τ α ν ι κ ῶ ς π ρ ο σ φ έ ρ ε τ α ι λ ε ί ψ α ν ο ν, ἔ κ τ ο τ ε (τοῦ λοιμοῦ δηλονότι) τ ὰ ς ἀ φ ο ρ μ ὰ ς λ α β ὼ ν (sic)· ὁλονυκτίοις γὰρ δεήσεις (sic) τότε ἐν τοῖς ναοῖς τῶν ρηθέντων ἁγίων ἐποίουν, τ ὸ ἱ ε ρ ὸ ν π ε ρ ι φ έ ρ ο ν τ ε ς τ ο ῦ δ έ μ α ς κ α ὶ π α ν υ χ ὶ ἐ ν τ ῇ τ ο ῦ Ἁ γ ί ο υ Ἀ θ α ν α σ ί ο υ μ ο ν ῇ ἀ π ο θ έ μ ε ν ο ι ἔ ψ α λ λ ο ν. ὅθεν καὶ αὐτήκοοι ἐν τῷ ἀέρι τὰς φωνὰς οἱ Κερκυραῖοι ἤκουον τοὺς ρηθέντας προστάτας ὀδυνηρῶς καλουμένους παρὰ τοῦ λοιμοῦ, σωματώδη γὰρ τινες τοῦτον ἑώρων (τὸν λοιμὸν δηλονότι) διὸ καὶ λυτρωθέντες τοῦ λοιμοῦ ἐορτὴν χαρμόσυνον κατὰ τὴν δευτέραν Μαΐου οἱ Κερκυραῖοι τελοῦντες εἰς δόξαν Χριστοῦ καὶ τοῦ δούλου αὐτοῦ Ἀθανασίου δοξάζουσιν ἀμφότερους τοὺς προστάτας». 

Εις την έκθεση των συνδίκων και την κυβερνητική απόφαση δια την Λιτανεία της Κυριακής των Βαΐων ουδέν περί του άγιου Αθανασίου αναφέρεται. Ούτε άλλωστε εξ άλλης πηγής γνωρίζουμε τι περί της τελούμενης «πανυχίδος» εις τον Ναό του αγίου Αθανασίου.  Ίσως η ολονύκτιος αυτή ακολουθία να ετελείτο κατά τα πρώτα. έτη μετά την τέλεση του θαύματος, ατόνησε όμως κατόπιν και περιορίσθηκε εις την σύντομο δέηση, η οποία γίνεται παρά την θέση του εν λόγω Ναού, κατεδαφισθέντος το 1808, κατά την Λιτανεία της Κυριακής των Βαΐων. Την απόδοση του θαύματος και εις τους δύο αγίους μαρτυρεί και αρχαία τοιχογραφία, ευρισκομένη εις τον Ναό του αγ. Αθανασίου, εις την κωμόπολη της Κορακιάνας, και την οποίαν δημοσιεύουμε. Εις αυτήν εικονίζονται οι άγιοι Αθανάσιος και Σπυρίδων, ενισχυόμενοι υπό της χειρός του Κυρίου, εκδιώκοντες τον λοιμό, ο όποιος ιστορείται ως πτερωτό τέρας επιγραφόμενο «η πανούκλα». Η τοιχογραφία φέρει την επιγραφή : «ὅτε ἐδίοξαν (sic) τὸ πάθος τῆς λοιμικῆς νόσου ἐκ τοῦ τόπου τούτου».


3. Η Λιτανεία της πρώτης Κυριακής του Νοεμβρίου

Το έτος 1673 εμφανίσθηκε και πάλι στην Κέρκυρα, και μάλιστα δύο φοράς κατά το αυτόν έτος, η πανώλη. Έντρομος ο λαός κατάφυγε στον Ναό και με δάκρυα επικαλέστηκε την μεσιτεία του Αγίου προς τον Κύριο. Και πάλι η θαυματουργική επέμβαση του θείου Σπυρίδωνος έσωσε τον λαό της νήσου και τους ασθενείς θεράπευσε και οριστικά κατάπαυσε την νόσο την 13 Ιουλίου του έτους εκείνου 1673. «Καὶ τῳόντι μέγα ἧτο τὸ θαῡμα» λέγει η διήγηση των θαυμάτων του Αγίου, «διότι πρῶτον μὲν κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς πανηγύρεως τοῦ ὑπὸ τοῦ Ἁγίου γενομένου θαύματος εἰς τὸν παραδόξως (...) ὀμματωθέντα Θεόδωρον, τῇ δεκάτῃ τρίτῆ τοῦ Ἰουλίου μηνός, ἔβλεπέ τις τοῦς ἡμιθανεῖς, ἐν τῷ ἅμα μὴ λοιμώττοντας πλέον· τὸ δὲ δεύτερον, κατ’ αὐτήν τὴν τῶν Βαΐων ἡμέραν τῆς ἐτησίου λιτῆς τοῦ μεγάλου Σπυρίδωνος, νὰ ἴδωσι πάλιν, ὤ τοῦ θαάματος, πεπαυμένον τὸν λιμόν».

Εις το ανέκδοτο έργο του ιερομόναχου Πολυκάρπου Βούλγαρη «Σύνοψις τοῦτε βίου καὶ τῶν θαυμάτων τοῦ πανενδάξου Ἁγίου Σπυρίδωνος» αναφέρονται τα εξής: «Κατὰ τὸ ἔτος 1673 ἐνέσκηψεν ἡ πανώλης, λεγομένη «τῶν Τρυφεροῦ καὶ Καναλιώτου», πεισματώδης ἀνακαλυφθεῖσα ἐν τῷ προαστείῳ Γαρίτσης. Ἐπιτευχθείσης δι’ εὐχῆς τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου, ἐξέλιπε κατὰ τὰ τέλη του Ὀκτωβρίου ἡ νόσος. Τὸ δὲ πασιφανὲς θαῦμα ἧν τοιοῦτον. Διὰ μέσου σταθεροῦ φωτάς, τὸ ὁποῖον ἐπὶ τρεῖς συνεχεῖς νύκτας ἐβλέπετο ὲπὶ τῆς ἄκρας τοῦ κωδωνοστασίου τοῦ παρ’ ἀπάντων, διεκρίνετο ὁ Θαυματουργὸς Ἱεράρχης μετὰ Σταυροῦ ἐν τῇ χερί, καταδιώκων τὸ θανατικόν, τὸ ὁποῖον ἐφαίνετο ὥς περ φάσμα καὶ οὗτινος οἱ κλαυθμοὶ ἠκούοντο ὑπὸ τῶν κατοίκων». Εις ανάμνηση του θαύματος τούτου, οι κάτοικοι της κώμης Κορακιάνα ανέγειρα τον υπάρχοντα ακόμη Ναό «ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος». 

Διά να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη των προς τον Άγιο, οι Κερκυραίοι ζήτησαν και καθιερώθηκε, δι’ αποφάσεως της Βενετικής Κυβερνήσεως, από 29 Οκτωβρίου 1673, ετησία Λιτανεία του σεπτού Σκηνώματος, τελούμενη κατά την πρώτη Κυριακή εκάστου μηνός Νοεμβρίου.


4. η Λιτανεία της 11 Α υ γ ο ύ σ τ ο υ

Το έτος 1717 η Βενετική Δημοκρατία βρίσκονταν σε πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εις το πλαίσιο των εχθροπραξιών των δύο αντιμαχόμενων δυνάμεων υπήρξε και η πολιορκία της Κερκύρας από τους Τούρκους. Ο κίνδυνος του ανδραποδισμού και του αφανισμού δια της σφαγής ήταν μεγάλος διότι οι δυνάμεις των απίστων ήσαν ασυγκρίτως μεγαλύτερες των χριστιανικών. Παρά δε την στρατηγική δεξιότητα του διευθύνοντος τα χριστιανικά όπλα σάξονα στρατάρχη Ιωάννου Ματθία κόμητα Schulemburg, και παρά την γενναιότητα και την αυτοθυσία με την οποίαν αντιμετώπισαν τον επιδρομέα οι Κερκυραίοι και οι άλλοι χριστιανοί μαχητές, στο τέλος θα υπέκυπταν, εάν δεν επενέβαινε η θεία δύναμις, και πάλι δια της μεσολαβήσεως του ιερού Σπυρίδωνος, αποτελεσματικά υπέρ των υπερασπιστών της πόλεως. Η πολιορκία άρχισε την 24 Ιουνίου (ε.π.) 1716, τερματίστηκε δε την 11 Αυγούστου του έτους εκείνου δια της άτακτου αναχωρήσεως των επιδρομέων. Ιδού δε πώς αναγράφει το γεγονός η διήγηση των θαυμάτων του Άγιου :

«Πολέμου καὶ μάχης ὑπαρχούσης μεταξὺ Ἑνετῶν καὶ Ὀθωμανῶν, μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Πελοποννήσου, ἐφάνη εὔλογον εἰς τὴν εὐτολμίαν τοῦ στρατηγοῦ τῶν δυσσεβῶν Ἀγαρηνῶν νὰ καταδουλώσωσι καὶ τὴν Κέρκυραν. Ὅθεν κατὰ τὸ χιλιοστὸν ἐπτακοσιοστὸν δέκατον ἕκτον σωτήριον ἔτος, τῇ εἰκοστῇ τετάρτῃ Ἰουλίου, ἐπιδραμόντες οἱ σκληροὶ οὗτοι ἐπολιόρκησαν ἐξαίφνης τὴν πόλιν διὰ ξηρᾶς καὶ διὰ θαλάσσης. Ἀφοῦ δὲ ἤρχισεν ὁ βαρβαρικὸς πόλεμος, μὲ πῦρ καὶ μὲ σίδηρον κατέθλιβον τὴν πόλιν καὶ τοὺς πολίτες· καὶ μετὰ παρέλευσιν πεντήκοντα ἡμερῶν, ἐν αἷς σφοδραὶ μάχαι εἶχον γίνει, οἱ βάρβαροι ἐβουλεύθησαν νὰ συγκεντρώσωσι τὰς δυνάμεις των, καὶ νὰ ἐπανέλθωσιν κατὰ τῆς πόλεως Κερκύρας. Πάντες δὲ οἱ πιστοὶ μὲ στεναγμοὺς καὶ δάκρυα ἐν νυκτὶ καὶ ἡμέρᾳ, τὸν Ἱεράρχην ἱκέτευον. Ὅτε δὲ τὰ τῶν Ἀγαρηνῶν στρατεύματα, ἐπανῆλθον πρὸς ἐπίθεσιν εἰς τὸ ἀκρότειχον τῆς πόλεως, μετ’ ὁλίγον πολλοὶ ἐξ αὐτῶν κακοὶ κακῶς ἠφανίσθησαν, καὶ διὰ τῶν πρεσβειῶν τοῦ Ἱεράρχου διεσκορπίσθησαν. Μετὰ τοῦτο δὲ μεγαλυτέραν σκληρότητα καὶ ἀπάνθρωπον φόνον ἔπνεον οἱ βάρβαροι ἐπαπειλοῦντες ἐναντίον τῆς πόλεως ἄλλην ἐπιδρομὴν καὶ πανάλεθρον αἰχμαλωσίαν καὶ θάνατον. Αἱ δεήσεις δὲ καὶ αἱ προσευχαὶ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς δὲν ἔλειψαν, διὰ τῶν ὁποίων μετὰ πολλῆς εὐλαβείας, ἐπεκαλοῦντο τὴν τοῦ κοινοῦ Πατρὸς προστασίαν καὶ σκέπην· διὸ καὶ τοῦ σκοποῦ δὲν ἀπέτυχον. Ἐνῷ λοιπὸν οἱ Κερκυραῖοι περιέμενον τὴν ἐκ τῶν βαρβάρων παντελῆ ἀπώλειαν, φαίνεται, ὄρθρου βαθέος, πρὸς τοὺς ἐχθροὺς ὁ μέγας πατὴρ ἡμῶν Σπυρίδων μετὰ πλήθους στρατιᾶς οὐρανίου καὶ, ἐπέχων εἰς τὴν δεξιὰν ἀστραπόμορφον ξίφος, ἐδίωκε μὲ θυμὸν αὐτούς. Τοιοῦτον λοιπὸν παράδοξον ἰδόντες οἱ Ὀθωμανοὶ στρατιῶται, εὐθὺς ἐτράπησαν εἰς φυγήν, καὶ συγκρουόμενοι μεταξύ τῶν ἐφοβοῦντο μήπως ἀοράτως πληγωθῶσιν. Ἔφυγον λοιπὸν καὶ συνετρίβησαν ἀπὸ φόβον, ἄνευ πολέμου, ἤ πυρός, ἤ μαχαίρας, ἤ ἄλλου τινὸς διώκοντος, εἰμὴ μόνης τῆς ἀοράτου δυνάμεως τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, διὰ τῶν θερμοτάτων εὐχῶν τοῦ θαυματουργοῦ Σπυρίδωνος. Ἀφοῦ λοιπὸν ἀνεχώρησαν τὰ πεζικὰ καὶ ἱππικὰ τάγματα, ἀπέπλευσε καὶ ὁ στόλος αὐτῶν· ἔτσι δὲ διέμενεν ἐλευθέρα ἡ Κέρκυρα. Τὸ δὲ πρωΐ ἐνῶ περιέμενον οἱ πολῖται τὴν συνήθη μάχην, δὲν εἶδον οὐδένα, εἰμὴ σιωπὴν καὶ ἡσυχίαν. Περίεργοι λοιπὸν ἐπελθόντες εἰς τὰς σκηνὰς τῶν ἐχθρῶν, ἐννόησαν τὸ θαῦμα· καὶ σκιρτῶντες μετ’ εὐφροσύνης, ἠγάλλοντο διὰ τὸ καινὸν καὶ παράδοξον· ἐπειδὴ ὄχι μόνον τοὺς ἔβλεπον τοὺς Ἰσμαηλίτας φεύγοντας, ἀλλὰ καὶ τὰ ὑπάρχοντα αῦτῶν ἐλαφυραγώγησαν· ἐκεῖνοι δὲ καὶ ἐνῷ ἔφευγον, ἀναφανδὸν ὡμολόγουν, ὅτι ἀπὸ τινα σεβάσμιον μοναχόν, δηλαδὴ τὸν Σπυρίδωνα, ὅς τις άνεφάνη εἰς τὸν αἰθέρα μὲ ἔνδοξον στόλον στρατιᾶς οὐρανίου, ἐτράπησαν εἰς ταχυτάτην φυγήν. Ἔδραμον δὲ πάντες μετ’ εὐλαβείας, εἰς τὸν τοῦ ἁγίου ναό ν, δοξάσαντες τὸν Θεὸν καὶ εὐχαριστοῦντες τὸν Ἱεράρχην». 

Εις ανάμνηση του θαύματος τούτου, και εις δόξαν του Παντοδυνάμου Θεού και τιμήν του προστάτου αγίου Σπυρίδωνος, καθιερώθη η κατ’ έτος και κατά την 11 Αυγούστου Λιτανεία του σεπτού Σκηνώματος του Αγίου, δι’ αποφάσεως του Βενετού Γενικού Καπιτάνου Κερκύρας Ανδρέου Πιζάνη, από 1930 Μαρτίου 1717, και η όποια παρατίθεται εν συνεχεία.  

«Ἐπὶ τῆς πολιορκίας τοῦ φρουρίου τούτου τῶν Κορυφῶν, ὁρατὴ ὑπῆρξεν ἡ προστασία τοῦ ἐνδόξου ἁγίου Σπυρίδωνος ὑπὸ τῶν ἰσχυρῶν μεσιτεύσεων τοῦ ὁποίου, κινηθεῖσα ἡ θεία εὐσπλαχνία, ἡθέλησε νὰ ποιήσῃ τόσον λαμπρότερον τὸ θαῦμα, ὅσον καθ’ ἣν ὥραν ἦτο μάλιστα ἐπικείμενος ὁ κίνδυνος, διὰ ἀπροσδοκήτου εὐτυχοῦς μεταβολῆς ἠκολούθησεν ἡ ποθητὴ ἐλευθέρωσις τοῦ αὐτοῦ φρουρίου, κατεσπευμένως τῶν πολεμίων ἀράντων τὸ στρατόπεδον καὶ ἐγκαταλιπόντων τὸ πυροβολικόν, τὰ πολεμοφόδια καὶ τὴν ἀποσκευήν. Πρὸς τὴν ἐνάργειαν τοσούτου θαύματος, πᾶσα καρδία καὶ πᾶσα διάνοια ὀφείλει νὰ προσπέσῃ προσευχομένη καὶ ἐν ταπεινότητι τὰς εὐχαριστίας αὐτῆς ἀποδίδουσα, νὰ καταδείξη τὸ μέγεθος ἅμα τῆς ἐνεργείας καὶ τοῦ κοινοῦ ὀφειλήματος. Καὶ ἐπειδὴ εἰς ταῦτα πρέπει νὰ προστεθῶσι τὰ ἀποτελέσματα δημοσίας, εὐλαβοῦς εὐγνωμοσύνης, κρίνει εὔλογον ἡ ἐξουσία αὕτη, νὰ καθιερώσῃ διηνεκῶς ἐπέτειόν τινα μνημόνευσιν τῆς εὐτυχοῦς ἐκείνης ἡμέρας, καθ’ ἣν εἴδομεν καταβεβλημένας τὰς προσπαθείας, ἐξηυτελισμένην τὴν ὐπερηφάνειαν, καὶ τοὺς βαρβάρους ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ φόβου αὐτῶν τραπέντας εἰς φυγὴν ὅτε μᾶλλον ἤλπιζαν νὰ ἐπιθέσωσι σκληρὸν ζυγὸν εἰς τοὺς λαοὺς τούτους καὶ νὰ ὑπερνικήσωσι φρούριον, ὅπερ ἐξασφαλίζει τὴν Χριστιανοσύνην κατὰ τῶν εἰσβολῶν αὐτῶν. Εἰς δόξαν λοιπὸν Θεοῦ τοῦ Κυρίου, καὶ εἰς τιμὴν τοὺ Ἀγίου ἀντιλήπτορος, δυνάμει τῶν παρόντων καὶ τῂ ἐξουσίᾳ τοῦ ἡμετέρου Γενικοῦ Καπιτανάτου ἀποφασίζεται, ὅτι κατὰ πᾶν ἔτος, τὴν ἀξιομνημόνευτον ἡμέραν τῆς 22 Αὐγούστου ἔ.ν., δηλαδὴ 11 ἔ.π., μέλλει νὰ ἐκτίθηται τὸ θαυματουργὸν λείψανον τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου, καὶ μετὰ τὴν τέλεσιν τῆς λειτουργίας νὰ φέρηται ἐν λιτανείᾳ κατὰ τὴν πόλιν, συνοδευόμενον ὑπὸ τοῦ κλήρου, τῶν δημοσίων παραστατῶν, καὶ τῶν ἀρχῶν τῆς αὐτῆς πόλεως μετὰ τῆς μεγίστης τοῦ λαοῦ ἀκολουθίας, ἵνα πάντες ἐπικαλῶνται διηνεκεῖς τὰς αὐτοῦ εὐλογίας, ὅπως καὶ κατὰ τὸ μέλλον προστατεύσωσι καὶ ὑπερασπίζωσι κατὰ τῶν ἐπιβουλῶν τῶν ἀπίστων, τὴν πόλιν καὶ τὴν νῆσον. Πρὸς πλειοτέραν δὲ λαμπρότητα καὶ χαρμοσύνην, πρέπει κατὰ τὴν τελετὴν ταύτην, τὸ Ἅγιον λείψανον νὰ χαιρετᾶται παρὰ τῶν φρουρίων καὶ παρὰ τῶν τυγχανόντων πλοίων, διὰ τῶν εἰς τὰς ἄλλάς λιτανείας τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου συνήθων πυροβολισμῶν, εἰς ἀθάνατον μαρτυρίαν τῆς ἕνεκα τοσοῦτον εὐτυχοῦς συμβάντος δημοσίας εὐγνωμοσύνης.

Ἀφιέρωσεν ἡ ἐξοχωτάτη Σύγκλητος μεγάλην λαμπάδα ἀργυρᾶν, ἵνα ὑπάρχῃ πάντοτε ἀναμμένη ἐνώπιον τοῦ Ἁγίου, καὶ πρὸς συντήρησιν θέλει προμηθευθῆ παρὰ τοῦ Δημοσίου, ἀπὸ ἔτος εἰς ἔτος τὸ ἀπαιτούμενον ἔλαιον. Πρὸς δὲ τούτοις, ἀναγνωρίζοντες ἡμεῖς εὔλογον ἐπίσης τὴν ἐξάσκησιν ἔργου τινὸς ἐλεημοσύνης πρὸς τοὺς πτωχούς, ὅπερ εἶναι ἡ πρᾶξις ἡ μᾶλλον εὐπράσδεκτος πρὸς τὸν Θεόν, θεσπίζομεν νὰ ληφθῶσι κατ’ ἔτος ἐκ τοῦ δημοσίου ταμείου, ρεάλια ἑκατὸν πεντήκοντα οἱουδήποτε νομίσματος, ἵνα διανεμηθῶσιν εἰς τοὺς πτωχοὺς τόσον Λατίνους ὅσον καὶ Γραικούς, εἰς τοὺς κατὰ τὴν πόλιν ἐπαιτοῦντας, καὶ εἰς τοὺς μένοντας εἰς τὰς ἑαυτῶν κατοικίας, παραδιδομένου τοῦ ἑνὸς ἡμίσεος τῶν χρημάτων τούτων εἰς τὸν περιφανέστατον κύριον Ἀρχιεπίσκοπον, τοῦ δὲ ἑτέρου εἰς τὸν κύριον Πρωτοπαπᾶν, ἵνα ὁ μὲν πρῶτος ποιήσῃ τὴν διανομὴν εἰς τοὺς πτωχοὺς τῶν Λατίνων, ὁ δὲ δεύτερος εἰς τοὺς πτωχοὺς τῶν Γραικῶν τὴν αὐτὴν ἡμέραν τῆς λιτανείας ἐνώπιον τῶν παρασταῶν, ἵνα ἐφελκύσωμεν πάντοτε μᾶλλον τὰς εὐλογίας τοῦ Ὑψίστου, καὶ τὴν μεσίτευσιν τοῦ Θαυματουργοῦ αῦτοῦ Ἁγίου, ὑπὲρ τῶν δημοσίων ὅπλων καὶ ὑπὲρ τῆς διηνεκοῦς διασώσεοος τοῦ φρουρίου τούτου καὶ τῆς νήσου, ὑπὸ τὸ κράτος τῆς Γαληνοτάτης Πολιτείας.

Τῶν παρόντων διατάζομεν τὴν ἐγγραφὴν ὅπου δεῖ, καὶ ἰδίως ἐν τῷ δημοσίῳ τούτῳ Ταμείῳ διὰ τὴν ἐπὶ παντός ἐκτέλεσιν αὐτῶν. Πρὸς πιστοποίησιν τούτων, κτλ.

Κέρκυρα τῇ 30 Μαρτίου 1717.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΙΖΑΝΗΣ
Γενικὸς Καπιτάνος». 

Δια την περίπτωση του θαύματος συντέθηκε πλήρης ασματική Ακολουθία ευχαριστήριος, η οποία εκδόθηκε μετά από δύο έτη. Σχετικό δε προς το θαύμα είναι και το έξης επίγραμμα, «Πρὸς τὸν Μέγαν Προστάτην καὶ Εὐργέτην ἐν Κερκύρα Σπυρίδωνα», «εὐχαρίστου εὐλαβείας προσφώνημα τοῦ ταπεινοῦ, καὶ διὰ πολλοῦ ἐν κλίνῃ ἀσθενοῦντος Νικολάου Βουβουλίου»: 

Καὶ πόσῳ, Οὐρανόφρων, πλουτίζων θαύμασι Κόσμον,
Θάμβεϊ ἐκπλήσσεις Χριστοσεβῶν πραπίδας!
Σῇσι γὰρ ἱκεσίῃς Πολιορκία ὤλετ’ ἀπηνής,
Θρῄξ ὅτ’ ἐπιδρομάδην ᾤχετο δειμαλέος.
Παμβασιλεῖ ᾄδειν Ἐπινίκια, καὶ Σὲ γεραίρειν
Εἰκός, ἰδ’ ἐγγράψαι Σώματι Θειοδότῳ.
Ἑλλαδικῶν Πρόβολος, πιστῶν καὶ ὑπέρμαχος ἄκρος,
Φαιάκων ῥύστης, Ἀδριακῶν φύλακος.

Δείγματα ευγνωμοσύνης διά το θαύμα τούτο αποτελούν και τρεις κανδήλες ευρισκόμενες μέχρι σήμερα στο Ναό του αγίου Σπυρίδωνος. Εκ τούτων η πρώτη, περί της οποίας γίνεται λόγος και εις την απόφαση του Α. Πιζάνη, αργυρά επτάφωτη, είναι αφιέρωμα της Βενετικής Συγκλήτου. Κρέμεται στο δυτικό μέρος του Ναού, προ του γυναικωνίτη και φέρει την επιγραφή:

OB SERVATAM CORCYRAM DIVO SPIRIDIONI TVTELARI SENATUS VENETYS ANNO MDCCXVI

Αργυρή κανδήλα ελαίου με εφτά λυχνάρια, βενετική τέχνη. Αφιερωμένο στον ¶γιο από το Σενάτο της Βενετίας για τον τερματισμό της πολιορκίας της Κέρκυρας το 1716.

Η δεύτερη κρέμεται προς της βόρειας πύλης του Ναού, είναι αργυρή, υπερβαίνει δε κατά το μέγεθος όλες τις κανδήλες του Ναού. Αφιερώθηκε από τους Βενετούς ευγενείς, καθώς μαρτυρεί η εγχαραγμένη εις αυτήν επιγραφή:

DIVO SPIRIDIONI TVTELARI VTRAQVE CLASSE PROTECTA ANDREA PISANI SVPREMO DVCE VTRIVSQVE CLASSIS NOBILES EX VOTO ANNO MDCCXVII

Αργυρή κανδήλα ελαίου. Κατασκευασμένο στην Βενετία και αφιερωμένο από τους αξιωματικούς του Βενετικού στόλου και από τον Καπιτάνο Στρατηγό Αντρέα Πισάνι το 1717, για την προστασία του Αγίου στις πολεμικές επιχειρήσεις του προηγούμενου έτους (1716). 

H τρίτη κανδήλα κρέμεται προ της νότιας πύλης του Ναού, ανεπίγραφος, είναι δε αφιέρωμα των πολιτών εκ συνεισφοράς και ονομάζεται κατά παράδοση «χώρα», προφανώς διότι έγινε δια δαπάνης των κατοίκων της πόλεως, την οποίαν οι Κερκυραίοι ονομάζουν χώρα.

Κατά την Λιτανεία της 11 Αυγούστου παρατηρείται και η μεγαλύτερα συρροή των προσκυνητών. Μετά την επιστροφή της ιεράς πομπής εις τον Ναό, το σεπτό Λείψανο εκτίθεται εις προσκύνηση μέχρι του απογεύματος της 13 Αυγούστου.

Γενικώς οι Λιτανείες του ιερού Λειψάνου διακρίνονται διά την μεγαλοπρέπεια και την τάξη. Από της καθιερώσεως των μέχρι και σήμερον αποτελούν εν ταύτω ιερές όσον και λαμπρές τελετές μοναδικές εις την Ελλάδα τουλάχιστον. Κατά το μακρό χρονικό διάστημα των ξενικών κατοχών εις την Κέρκυρα, υπό πάντων των στρατευμάτων, ιδιαιτέρως δε των βενετικών αδιαλείπτως αποδόθηκαν οι οφειλόμενες στρατιωτικές τιμές εις τις Λιτανείες του Άγιου Λειψάνου, και η συνοδεία αυτών υπό των στρατιωτικών μουσικών. Μοναδική περίπτωση διακοπής της συμμετοχής του στρατού και της μουσικής εις την Λιτανεία του Άγιου Σπυρίδωνος, υπήρξε η, κατόπιν διαταγής της Αγγλικής Κυβερνήσεως, απαγόρευση κατά το έτος 1837. Έτσι η Λιτανεία της 11 Αύγουστου του έτους εκείνου ήταν πενιχρά., σημειώθηκε μάλιστα και επεισόδιο, όταν κατά την στιγμήν της δεήσεως υπέρ της Βασιλίσσης Βικτωρίας, εμπρός εις το Αρμοστείο (σημ. Ανάκτορα της πόλεως), μερικοί νέοι εις ένδειξη διαμαρτυρίας έριξαν τις λαμπάδας των εναντίον του παρακολουθούντος Βρετανού Αρμοστή Δούγκλα. Το γεγονός τούτο είχε και το αγαθό αποτέλεσμα. Εννέα φιλόμουσοι Κερκυραίοι αποφάσισαν και ίδρυσαν μουσικό σώμα υπό την επωνυμία «Φιλαρμονικὴ Ἐταιρεία Ἅγιος Σπυρίδων», με κύριο σκοπό την συνοδεία στις Λιτανείες του σεπτού Σκηνώματος, σκοπός ο οποίος πραγματοποιήθηκε το πρώτο κατά την Λιτανεία της πρώτης Κυριακής του Νοεμβρίου 2]14 του έτους 1841. 

______________________________________ Αρχειοθήκη αναρτησεων ιστολογίου